......Ερέχθειο των πουλιών.....
Όσοι επιδίδονται στο ευγενές άθλημα του ροχαλίζειν, ασφαλώς και θα έχουν προσέξει πως μερικές φορές σηκώνεσαι το πρωί και το κεφάλι σου είναι βαρύ κι ασήκωτο, όπως τότε του Δία, που του είχε ρίξει μια σφυριά ο Ήφαιστος για να ξεπηδήσει η Αθηνά. Έχω όμως βάσιμες υποψίες ότι, πρόκειται για δουλειά του Μορφέα, όστις ενοχλημένος από τον ιδιόρρυθμο θόρυβο, με κάποιο τρόπο παίρνει την εκδίκησή του. Δεν είναι λίγες οι φορές που έχω ακούσει στον ύπνο μου, διάφορες φράσεις, όπως :’βάλε πρώτη’ ή ‘κόφτο αριστερά’ και άλλα τινά παρόμοια.
Ξυπνάς μ’ ένα κεφάλι καζάνι, βγαίνεις στο μπαλκόνι σου, έχεις φτιάξει προηγουμένως τη φραπεδιά σου τη ζόρικη, ανάβεις κι ένα τσίγαρο για να πάει καλά η μέρα σου κι αρχίζεις να παρατηρείς την ομορφιά του Κόλπου του Μεραμπέλου, την ωραιότητα της φύσης θαυμάζεις τα λουλούδια σου, χαϊδεύεις τη Λίζα και τη Ζούμπη που σε κοιτάν στα μάτια ολόχαρες, κουνώντας την ουρά τους, κι αρχίζει ο κάναρος, νέο μέλος της οικογένειας, να υμνεί την ωραιότητα του φυσικού κάλλους.
Μια χαρά θα ήταν η ζωή, αν ο παράωρος ο Αδάμ δεν είχε υποκύψει στον πειρασμό της Εύας. Εξετάστε, σας παρακαλώ, το ζήτημα από ανδρικής απόψεως. Τι θα έκανε η μαντάμ; Να την κάνει γυριστή με άλλον αδύνατον. Οι δυο τους ήταν στον αχανή Παράδεισο. Δεν θα καθόταν τη μια μέρα, θα καθόταν την αύριο, την επαύριο. Διότι δεν υπήρχαν την εποχή εκείνη κανάλια να της φουσκώσουν τα μυαλά. Ούτε φεμινίστριες υπήρχαν, να την βάλουν ν’ αντιπαλεύει με το άλλο φύλο. Αμ, το άλλο που το πάτε; Ήταν απάντηση αυτή που έδωσε στο Θεό; Η Εύα με εξηπάτησε. Τον κακό σου τον καιρό, κακομοίτσι, παράωρε. Πήγες να φορτώσεις σ’ άλλον την κουταμάρα σου. ‘Είχα φουσκοθαλασσιές, Κύριε’, έπρεπε να του πεις. ‘Είπα να μην της χαλάσω το χατίρι, μπας και μου καθόταν μια ώρα αρχύτερα’. Δεν μπορεί κι ο Θεός άντρας είναι θα καταλάβαινε. ‘ Αποποιήθηκες των ευθυνών σου, γύφτο. Έξω’. Και τους σούταρε ο Πάνσοφος και την πληρώνουμε τώρα εμείς. Άσε που κι ο Χριστός τράβηξε τα Πάθη του χωρίς λόγο.
Μετά άρχισαν τα ζόρια. Να η μισθωτή εργασία, η συσσώρευση πλούτου, νάτηνε κι η συσσώρευση δημόσιου χρέους, ελλείμματα, οι λιτότητες, τα Χρηματιστήρια, να κι οι Τράπεζες, τα δάνεια, οι χοληστερίνες, τα τριγλυκερίδια, τα εμφράγματα και στο τέλος σε πάνε τέσσερις. ( Τόσο βάρος, ρε παιδί μου. Χάθηκε ένα τσουβαλάκι να σε βάλουν, να τελειώνουμε; Άσε πια τα κόλλυβα, τα τρισάγια, ούτε να πεθάνει δεν μπορεί κανείς. Πανάκριβη η ζωή, τσουχτερός κι ο Θάνατος. Και που να έρθει κι η καύση των νεκρών. Εκεί να δεις τσουρούφλισμα.)
Ενώ τα πουλάκια τι ωραία τη βγάζουνε, φίλε μου. Πηδούν αμέριμνα από το ένα κλαδί στο άλλο, πάντα μ΄ ένα καλό λόγο στο λάρρυγγά τους, όλη μέρα κελαηδούν. Ούτε Τράπεζες, ούτε ανεργία, ούτε απολύσεις, ούτε νοθεία στις εκλογές των οικοδόμων. Ζωή μερακλαντάν, που θα έλεγε κι ο Τσιφόρος. Τώρα θα μου πεις το χειμώνα ζορίζονται λιγάκι. Με τα δικά μας ανθρώπινα μάτια μπορεί να ζορίζονται. Αυτά όμως με τα δικά τους μάτια βλέπουν τα πράγματα. Αυτά λένε ότι προσαρμόζονται στις αλλαγές της Φύσης, ενώ τα τελευταία τριάντα χρόνια οι άνθρωποι έχουν πάντα χειμώνα. Και μάλιστα χειμώνα ζόρικο. Να παλτά, να κάλτσες χειμωνιάτικες, να ξυλόσομπες, να πετρέλαιο σε τιμή απλησίαστη, να περικοπές δώρων κι επιδομάτων, επειδή αυτοί μας κυβερνούν, εσείς τους ψηφίζετε, έχουν κατακλέψει και το τελευταίο πενηνταράκι.
Να σας θυμίσω, μάγκες μου, τι τραγούδαγε ο Χρηστάκης:
Θα μείνω ελεύθερο πουλί, κι όχι κορόιδο στο κλουβί,
Από κανάρα σε κανάρα να πετάω….’
Α, ρε Αδάμ. Α, ρε Αδάμ. Κουκούτσι μυαλό; Μα ντιπ για ντιπ;
Και του χρόνου, αδέλφια.
( Αντί SMS ή καρτών, για την παραλαβή των οποίων σας Ευχαριστώ.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου