Το σύνθημα "ΧΩΡΙΣ ΕΣΕΝΑ ΓΡΑΝΑΖΙ ΔΕ ΓΥΡΝΑ, ΕΡΓΑΤΗ ΜΠΟΡΕΙΣ ΧΩΡΙΣ ΑΦΕΝΤΙΚΑ"
είναι, ίσως, το ευφυέστερο που έχει ακουστεί και γραφτεί από τα μέλη
και τους φίλους του ΚΚΕ. Κι αυτό γιατί πολύ εύστοχα, σε μόλις εννιά
λέξεις, αναδεικνύει, αφενός την ταξική ταυτότητα της πλειοψηφίας
του λαού, αυτή της εργατικής τάξης δηλαδή, αφετέρου την τεράστια δύναμη
που έχει, κρατώντας στα χέρια της όλη την οικονομία, αφού αυτή είναι που
παράγει τον πλούτο.
Τι; Εσύ δεν ανήκεις στην εργατική τάξη; Γιατί; Επειδή δε δουλεύεις σε εργοστάσιο ή σε χωράφι, αλλά σε κάποιο εμπορικό μαγαζί, σε κάποια εταιρεία ή τράπεζα, ή ακόμη ως αυτοαπασχολούμενος;
Μα ΚΙ ΕΣΥ ΕΡΓΑΤΗΣ ΕΙΣΑΙ!
Είναι ευρέως διαδεδομένη η αντίληψη ότι εργάτες είναι όσοι εργάζονται στην υλική παραγωγή ή κάνουν χειρωνακτική εργασία. Είναι έτσι όμως;
Στην εργατική τάξη ανήκουν όλοι οι σύγχρονοι μισθωτοί εργάτες που πουλούν την εργατική τους δύναμη στους κεφαλαιοκράτες για να μπορούν να ζήσουν και «ζουν μονάχα τόσο, όσο βρίσκουν δουλειά και που βρίσκουν δουλειά όσο η δουλειά τους αυξάνει το κεφάλαιο» (1).
Η πρωτόγονη κοινωνία δεν ήταν χωρισμένη σε τάξεις, όμως η ανάπτυξη των εργαλείων, δηλαδή των τότε μέσων παραγωγής, η ανακάλυψη και ανάπτυξη της γεωργίας και κτηνοτροφίας, δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας. Ετσι ανεβαίνει η παραγωγικότητα της εργασίας, αρχίζουν να παρουσιάζονται πλεονάζοντα προϊόντα. Από τη στιγμή που αρχίζουν να παρουσιάζονται πλεονάζοντα προϊόντα, η συγκεκριμένη ομάδα που τα παράγει έχει τη δυνατότητα να τα ανταλλάσσει. Ο καταμερισμός της εργασίας και η άνοδος της παραγωγικότητας της εργασίας δημιουργεί και τις προϋποθέσεις εμφάνισης της ατομικής ιδιοκτησίας και της δουλείας, εφόσον από την εργασία δημιουργείται περίσσευμα, που είναι δυνατό να το ιδιοποιηθούν οι κάτοχοί του. Εμφανίζεται έτσι η πρώτη, ιστορικά, ταξική κοινωνία, που είναι η δουλοκτητική. Αυτό γίνεται ανάμεσα στην 4η και 3η περίπου χιλιετηρίδα π.Χ. κι έκτοτε ελεύθερος και δούλος, πατρίκιος και πληβείος, βαρόνος και δουλοπάροικος, μάστορας και κάλφας, με μια λέξη καταπιεστής και καταπιεζόμενος, βρίσκονται σε μια ακατάπαυστη αντίθεση μεταξύ τους.
Στο «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» αναφέρεται: «Ολόκληρη η κοινωνία όλο και περισσότερο χωρίζεται σε δύο μεγάλα αντίπαλα στρατόπεδα, σε δύο μεγάλες τάξεις, που βρίσκονται άμεσα αντιμέτωπες η μια με την άλλη: στην αστική τάξη και το προλεταριάτο» (2).
Ο Ενγκελς, σε υποσημείωσή του στην αγγλική έκδοση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου το 1888, έδωσε τον εξής σύντομο ορισμό των δύο βασικών τάξεων της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας:
«Με τη λέξη αστική τάξη εννοούμε την τάξη των σύγχρονων καπιταλιστών, που είναι κάτοχοι των κοινωνικών μέσων παραγωγής και που εκμεταλλεύονται τη μισθωτή εργασία. Με τη λέξη προλεταριάτο εννοούμε την τάξη των σύγχρονων μισθωτών εργατών που, επειδή δεν κατέχουν καθόλου δικά τους μέσα παραγωγής, είναι αναγκασμένοι να πουλούν την εργατική τους δύναμη
για να μπορούν να ζήσουν» (3).
Εργάτες δεν είναι μόνο όσοι εργάζονται στην παραγωγή, αλλά και όσοι εργάζονται σε τομείς που εντάσσονται στη σφαίρα της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων (εμπόριο) και του χρηματικού κεφαλαίου (τράπεζες), και γενικά όσοι εργαζόμενοι αντλούν το εισόδημά τους πουλώντας την εργατική τους δύναμη και συμβάλλοντας στην αύξηση του κέρδους του εργοδότη τους.
Ο Λένιν, στο έργο του «Μεγάλη Πρωτοβουλία», έδωσε τον εξής ορισμό στο ζήτημα, τι είναι τάξεις:
«Τάξεις ονομάζονται μεγάλες ομάδες ανθρώπων που ξεχωρίζουν μεταξύ τους, από τη θέση που έχουν μέσα σε ένα ιστορικά καθορισμένο σύστημα της κοινωνικής παραγωγής, από τη σχέση τους που είναι στο μεγαλύτερο μέρος κατοχυρωμένη και διατυπωμένη με νόμους, προς τα μέσα παραγωγής, από το ρόλο τους στην κοινωνική οργάνωση της εργασίας και συνεπώς από τους τρόπους που ιδιοποιούνται τη μερίδα του κοινωνικού πλούτου που διαθέτουν και το μέγεθος αυτής της μερίδας. Τάξεις είναι οι ομάδες εκείνες ανθρώπων, που η μια μπορεί να ιδιοποιείται τη δουλειά της άλλης, χάρη στη διαφορά της θέσης που κατέχει μέσα στο καθορισμένο ιστορικά σύστημα της κοινωνικής παραγωγής».
Σύμφωνα με το λενινιστικό ορισμό για τις τάξεις, η ταξική διάρθρωση της καπιταλιστικής κοινωνίας είναι η εξής:
Καπιταλιστής είναι αυτός ο οποίος:
α) έχει κεφάλαιο που το επενδύει στην υλική παραγωγή ή σε έναν άλλο τομέα της κοινωνικής δραστηριότητας (εμπόριο, υγεία, πίστη, παιδεία, ψυχαγωγία κλπ.) και το αξιοποιεί με την εργατική δύναμη που αγοράζει,
β) συμμετέχει στο καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής με σκοπό ν' αυξάνει τα κεφάλαιά του,
γ) διαδραματίζει στην οργάνωση της κοινωνικής παραγωγής ρόλο ηγετικό, διευθυντικό,
δ) παίρνει το εισόδημά του με τη μορφή του κέρδους.
Προλετάριος είναι αυτός ο οποίος:
α) δεν έχει μέσα παραγωγής και πουλάει την εργατική του δύναμη στους καπιταλιστές,
β) συμμετέχει στο καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής σαν καταπιεζόμενος και εξαρτημένος, με σκοπό να εξασφαλίσει τα μέσα για την ύπαρξή του,
γ) παίζει στην οργάνωση της κοινωνικής παραγωγής ρόλο εκτελεστικού οργάνου,
δ) παίρνει το εισόδημά του με τη μορφή του μισθού ή του ημερομίσθιου, ενώ οι διαστάσεις του εισοδήματός του είναι μικρές.
Ανάμεσα σ' αυτές τις δυο βασικές τάξεις υπάρχουν τα μεσαία στρώματα, τα οποία έχουν ένα μέρος από τα γνωρίσματα της αστικής τάξης και ένα μέρος από τα γνωρίσματα της εργατικής τάξης και για το λόγο αυτό δεν μπορούν να καταταγούν σε καμιά από αυτές τις δυο βασικές τάξεις της καπιταλιστικής κοινωνίας. Στα μεσαία στρώματα ανήκουν αυτοαπασχολούμενοι, μικροϊδιοκτήτες, μικρο-έμποροι, διευθυντικά στελέχη, και γενικά όσοι διαθέτουν μέσα παραγωγής, μικρής κλίμακας, ή έχουν διευθυντικό ρόλο σε επιχείριση ή απασχολούν μισθωτούς εργάτες, χωρίς όμως αυτό να τους αρκεί για να ζήσουν χωρίς να εργαστούν και οι ίδιοι, ή βγάζουν το εισόδημά τους πουλώντας εμπορεύματα ή υπηρεσίες. Σημαντικότερο ρόλο στην προσπάθεια για την κατάταξη των μεσαίων στρωμάτων σε κάποια από τις δύο βασικές τάξεις παίζει το ύψος του εισοδήματος και η εξάρτηση από το καπιταλιστικό σύστημα. Δεν μπορεί για παράδειγμα να θεωρηθεί ένας αυτοαπασχολούμενος (γιατρός, δικηγόρος) ή ο ιδιοκτήτης ενός μικρομάγαζου καπιταλιστής κι ότι ανήκει στην αστική τάξη, εφ' όσον ούτε βγάζει κέρδος από την εκμετάλλευση εργατικής δύναμης άλλων, ούτε και το εισόδημά του υπερβαίνει το μέσο εισόδημα. Εξάλλου, σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, αλλά και γενικότερα με την πάροδο του χρόνου, ο καπιταλισμός οδηγεί τα μεσαία στρώματα στην "προλεταριοποίηση" και στον οριστικό διαχωρισμό των δύο τάξεων.
Τέλος, σύμφωνα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ., στο Β' τρίμηνο του 2012, από τα 3.793.147 απασχολούμενων, το 29,6% εργάστηκε στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα παραγωγής (γεωργία, κτηνοτροφία, βιομηχανία) και το 70,4% στον τριτογενή τομέα (παροχή υπηρεσιών, εμπόριο, τραπεζικές υπηρεσίες), ενώ μισθωτοί και αυτοαπασχολούμενοι χωρίς προσωπικό ήταν το 87,8%, τη στιγμή που το υπόλοιπο 12,2% ήταν αυτοαπασχολούμενοι με προσωπικό και βοηθοί σε οικογενειακές επιχειρήσεις.
Όσο για τη δύναμη που έχει η εργατική τάξη οφείλεται στο ότι αν αυτή δε "γυρίσει τα γρανάζια" για να παραχθεί ο πλούτος, τότε πολύ απλά θα σταματήσει να υπάρχει καπιταλισμός... Τόσο απλά...
Τι; Εσύ δεν ανήκεις στην εργατική τάξη; Γιατί; Επειδή δε δουλεύεις σε εργοστάσιο ή σε χωράφι, αλλά σε κάποιο εμπορικό μαγαζί, σε κάποια εταιρεία ή τράπεζα, ή ακόμη ως αυτοαπασχολούμενος;
Μα ΚΙ ΕΣΥ ΕΡΓΑΤΗΣ ΕΙΣΑΙ!
Είναι ευρέως διαδεδομένη η αντίληψη ότι εργάτες είναι όσοι εργάζονται στην υλική παραγωγή ή κάνουν χειρωνακτική εργασία. Είναι έτσι όμως;
Στην εργατική τάξη ανήκουν όλοι οι σύγχρονοι μισθωτοί εργάτες που πουλούν την εργατική τους δύναμη στους κεφαλαιοκράτες για να μπορούν να ζήσουν και «ζουν μονάχα τόσο, όσο βρίσκουν δουλειά και που βρίσκουν δουλειά όσο η δουλειά τους αυξάνει το κεφάλαιο» (1).
Η πρωτόγονη κοινωνία δεν ήταν χωρισμένη σε τάξεις, όμως η ανάπτυξη των εργαλείων, δηλαδή των τότε μέσων παραγωγής, η ανακάλυψη και ανάπτυξη της γεωργίας και κτηνοτροφίας, δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τον κοινωνικό καταμερισμό της εργασίας. Ετσι ανεβαίνει η παραγωγικότητα της εργασίας, αρχίζουν να παρουσιάζονται πλεονάζοντα προϊόντα. Από τη στιγμή που αρχίζουν να παρουσιάζονται πλεονάζοντα προϊόντα, η συγκεκριμένη ομάδα που τα παράγει έχει τη δυνατότητα να τα ανταλλάσσει. Ο καταμερισμός της εργασίας και η άνοδος της παραγωγικότητας της εργασίας δημιουργεί και τις προϋποθέσεις εμφάνισης της ατομικής ιδιοκτησίας και της δουλείας, εφόσον από την εργασία δημιουργείται περίσσευμα, που είναι δυνατό να το ιδιοποιηθούν οι κάτοχοί του. Εμφανίζεται έτσι η πρώτη, ιστορικά, ταξική κοινωνία, που είναι η δουλοκτητική. Αυτό γίνεται ανάμεσα στην 4η και 3η περίπου χιλιετηρίδα π.Χ. κι έκτοτε ελεύθερος και δούλος, πατρίκιος και πληβείος, βαρόνος και δουλοπάροικος, μάστορας και κάλφας, με μια λέξη καταπιεστής και καταπιεζόμενος, βρίσκονται σε μια ακατάπαυστη αντίθεση μεταξύ τους.
Στο «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» αναφέρεται: «Ολόκληρη η κοινωνία όλο και περισσότερο χωρίζεται σε δύο μεγάλα αντίπαλα στρατόπεδα, σε δύο μεγάλες τάξεις, που βρίσκονται άμεσα αντιμέτωπες η μια με την άλλη: στην αστική τάξη και το προλεταριάτο» (2).
Ο Ενγκελς, σε υποσημείωσή του στην αγγλική έκδοση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου το 1888, έδωσε τον εξής σύντομο ορισμό των δύο βασικών τάξεων της κεφαλαιοκρατικής κοινωνίας:
«Με τη λέξη αστική τάξη εννοούμε την τάξη των σύγχρονων καπιταλιστών, που είναι κάτοχοι των κοινωνικών μέσων παραγωγής και που εκμεταλλεύονται τη μισθωτή εργασία. Με τη λέξη προλεταριάτο εννοούμε την τάξη των σύγχρονων μισθωτών εργατών που, επειδή δεν κατέχουν καθόλου δικά τους μέσα παραγωγής, είναι αναγκασμένοι να πουλούν την εργατική τους δύναμη
για να μπορούν να ζήσουν» (3).
Εργάτες δεν είναι μόνο όσοι εργάζονται στην παραγωγή, αλλά και όσοι εργάζονται σε τομείς που εντάσσονται στη σφαίρα της κυκλοφορίας των εμπορευμάτων (εμπόριο) και του χρηματικού κεφαλαίου (τράπεζες), και γενικά όσοι εργαζόμενοι αντλούν το εισόδημά τους πουλώντας την εργατική τους δύναμη και συμβάλλοντας στην αύξηση του κέρδους του εργοδότη τους.
Ο Λένιν, στο έργο του «Μεγάλη Πρωτοβουλία», έδωσε τον εξής ορισμό στο ζήτημα, τι είναι τάξεις:
«Τάξεις ονομάζονται μεγάλες ομάδες ανθρώπων που ξεχωρίζουν μεταξύ τους, από τη θέση που έχουν μέσα σε ένα ιστορικά καθορισμένο σύστημα της κοινωνικής παραγωγής, από τη σχέση τους που είναι στο μεγαλύτερο μέρος κατοχυρωμένη και διατυπωμένη με νόμους, προς τα μέσα παραγωγής, από το ρόλο τους στην κοινωνική οργάνωση της εργασίας και συνεπώς από τους τρόπους που ιδιοποιούνται τη μερίδα του κοινωνικού πλούτου που διαθέτουν και το μέγεθος αυτής της μερίδας. Τάξεις είναι οι ομάδες εκείνες ανθρώπων, που η μια μπορεί να ιδιοποιείται τη δουλειά της άλλης, χάρη στη διαφορά της θέσης που κατέχει μέσα στο καθορισμένο ιστορικά σύστημα της κοινωνικής παραγωγής».
Σύμφωνα με το λενινιστικό ορισμό για τις τάξεις, η ταξική διάρθρωση της καπιταλιστικής κοινωνίας είναι η εξής:
Καπιταλιστής είναι αυτός ο οποίος:
α) έχει κεφάλαιο που το επενδύει στην υλική παραγωγή ή σε έναν άλλο τομέα της κοινωνικής δραστηριότητας (εμπόριο, υγεία, πίστη, παιδεία, ψυχαγωγία κλπ.) και το αξιοποιεί με την εργατική δύναμη που αγοράζει,
β) συμμετέχει στο καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής με σκοπό ν' αυξάνει τα κεφάλαιά του,
γ) διαδραματίζει στην οργάνωση της κοινωνικής παραγωγής ρόλο ηγετικό, διευθυντικό,
δ) παίρνει το εισόδημά του με τη μορφή του κέρδους.
Προλετάριος είναι αυτός ο οποίος:
α) δεν έχει μέσα παραγωγής και πουλάει την εργατική του δύναμη στους καπιταλιστές,
β) συμμετέχει στο καπιταλιστικό σύστημα παραγωγής σαν καταπιεζόμενος και εξαρτημένος, με σκοπό να εξασφαλίσει τα μέσα για την ύπαρξή του,
γ) παίζει στην οργάνωση της κοινωνικής παραγωγής ρόλο εκτελεστικού οργάνου,
δ) παίρνει το εισόδημά του με τη μορφή του μισθού ή του ημερομίσθιου, ενώ οι διαστάσεις του εισοδήματός του είναι μικρές.
Ανάμεσα σ' αυτές τις δυο βασικές τάξεις υπάρχουν τα μεσαία στρώματα, τα οποία έχουν ένα μέρος από τα γνωρίσματα της αστικής τάξης και ένα μέρος από τα γνωρίσματα της εργατικής τάξης και για το λόγο αυτό δεν μπορούν να καταταγούν σε καμιά από αυτές τις δυο βασικές τάξεις της καπιταλιστικής κοινωνίας. Στα μεσαία στρώματα ανήκουν αυτοαπασχολούμενοι, μικροϊδιοκτήτες, μικρο-έμποροι, διευθυντικά στελέχη, και γενικά όσοι διαθέτουν μέσα παραγωγής, μικρής κλίμακας, ή έχουν διευθυντικό ρόλο σε επιχείριση ή απασχολούν μισθωτούς εργάτες, χωρίς όμως αυτό να τους αρκεί για να ζήσουν χωρίς να εργαστούν και οι ίδιοι, ή βγάζουν το εισόδημά τους πουλώντας εμπορεύματα ή υπηρεσίες. Σημαντικότερο ρόλο στην προσπάθεια για την κατάταξη των μεσαίων στρωμάτων σε κάποια από τις δύο βασικές τάξεις παίζει το ύψος του εισοδήματος και η εξάρτηση από το καπιταλιστικό σύστημα. Δεν μπορεί για παράδειγμα να θεωρηθεί ένας αυτοαπασχολούμενος (γιατρός, δικηγόρος) ή ο ιδιοκτήτης ενός μικρομάγαζου καπιταλιστής κι ότι ανήκει στην αστική τάξη, εφ' όσον ούτε βγάζει κέρδος από την εκμετάλλευση εργατικής δύναμης άλλων, ούτε και το εισόδημά του υπερβαίνει το μέσο εισόδημα. Εξάλλου, σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, αλλά και γενικότερα με την πάροδο του χρόνου, ο καπιταλισμός οδηγεί τα μεσαία στρώματα στην "προλεταριοποίηση" και στον οριστικό διαχωρισμό των δύο τάξεων.
Τέλος, σύμφωνα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ., στο Β' τρίμηνο του 2012, από τα 3.793.147 απασχολούμενων, το 29,6% εργάστηκε στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα παραγωγής (γεωργία, κτηνοτροφία, βιομηχανία) και το 70,4% στον τριτογενή τομέα (παροχή υπηρεσιών, εμπόριο, τραπεζικές υπηρεσίες), ενώ μισθωτοί και αυτοαπασχολούμενοι χωρίς προσωπικό ήταν το 87,8%, τη στιγμή που το υπόλοιπο 12,2% ήταν αυτοαπασχολούμενοι με προσωπικό και βοηθοί σε οικογενειακές επιχειρήσεις.
Όσο για τη δύναμη που έχει η εργατική τάξη οφείλεται στο ότι αν αυτή δε "γυρίσει τα γρανάζια" για να παραχθεί ο πλούτος, τότε πολύ απλά θα σταματήσει να υπάρχει καπιταλισμός... Τόσο απλά...