ΚΡΑΤΙΚΟ ΧΡΕΟΣ
Το γεννά το κεφάλαιο, το πληρώνει ο λαός
«Μια ευνοϊκή συμφωνία της Ελλάδας με τους διεθνείς δανειστές της για το δημόσιο χρέος (...) θα αφαιρούσε κάθε είδος σκεπτικισμού απέναντι στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, θα αναβάθμιζε τη θέση της χώρας έναντι των διεθνών αγορών κεφαλαίου και θα καθιστούσε την ελληνική οικονομία ελκυστική στους επενδυτές».
Το παραπάνω απόσπασμα περιέχεται στη «συγχαρητήρια επιστολή» του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ) προς τον πρωθυπουργό Αλ. Τσίπρα, με την οποία οι βιομήχανοι έθεσαν τους στρατηγικούς άξονες της αντιλαϊκής πολιτικής για τη μετάβαση στην «επόμενη μέρα».
Η υπόθεση του κρατικού χρέους, τόσο ως προς το σκέλος της δημιουργίας και διόγκωσής του όσο και γι' αυτό των αποπληρωμών και των κάθε είδους πολιτικών διαχείρισής του, συνδέεται με μια σειρά από ζητήματα.
Να σημειώσουμε, καταρχήν, πως ο όρος «δημόσιο χρέος», που κατά κόρον χρησιμοποιείται από τα αστικά επιτελεία -όπως ο ΣΕΒ στην επιστολή του- και διαφόρους «δημοσιολόγους», παραπέμπει σε λάθος ερμηνείες, ότι δηλαδή το («δημόσιο») χρέος είναι κοινή υπόθεση και υποχρέωση όλων, ανεξάρτητα από την ταξική θέση, από τις διαφορετικές και εκ διαμέτρου αντίθετες ανάγκες του λαού με αυτές των μονοπωλίων, αποκομμένο από τον πυρήνα του ζητήματος και τους όρους κάτω από τους οποίους αυτό διαμορφώνεται και πολλαπλασιάζεται. Αλλωστε, τις αιτίες δημιουργίας και διόγκωσης του κρατικού χρέους η αστική προπαγάνδα τις συγκαλύπτει (ότι δηλαδή δημιουργείται για τις ανάγκες του κεφαλαίου και του κράτους του), προβάλλοντας ότι μέσω αυτού καλύφτηκαν ανάγκες της κοινωνίας γενικά, άρα λαϊκές ανάγκες, που είναι ένα τεράστιο ψέμα. Και οικοδομούν πάνω σ' αυτή την προπαγάνδα την πολιτική των δραστικών περικοπών κάλυψης λαϊκών αναγκών από τον κρατικό προϋπολογισμό αλλά και την πληρωμή του χρέους από το λαό, βασικά μέσω της φοροληστείας του.
Πώς δημιουργείται
Το κρατικό χρέος συνδέεται αναπόσπαστα με τη φάση του οικονομικού κύκλου της αναπαραγωγής του κεφαλαίου, τους ρυθμούς της καπιταλιστικής ανάπτυξης ή πτώσης της οικονομικής δραστηριότητας, αποτελεί σημαντικό εργαλείο διαχείρισης αυτής ακριβώς της ανάγκης, δηλαδή της ανάγκης των επενδύσεων για τη διευρυμένη καπιταλιστική αναπαραγωγή κεφαλαίου και κερδών. Συνδέεται, επίσης, με την επιλογή κάθε φορά του μείγματος της πολιτικής για τη στήριξη και ενίσχυση των μονοπωλίων του κάθε κράτους.
Με το κρατικό χρέος, καλύπτονται τα παραγόμενα ελλείμματα των κρατικών προϋπολογισμών, μέσω των οποίων στηρίζεται η καπιταλιστική ανάπτυξη. Το κρατικό χρέος αποτελεί προϋπόθεση για την ανάπτυξη των υποδομών που έχει ανάγκη το κεφάλαιο, όπως μεγάλα έργα, κόμβοι μεταφοράς κ.ά., τα οποία κατασκευάζονται και στη συνέχεια αξιοποιούνται από τους επιχειρηματικούς ομίλους. Με το κρατικό χρέος καλύπτονται ανάγκες χρηματοδότησης της κάθε καπιταλιστικής οικονομίας, στην περίπτωση ελλειμμάτων στις εμπορικές και άλλες δοσοληψίες με άλλα κράτη και αγορές, επιδοτήσεις επιχειρηματικών ομίλων για δικές τους επενδύσεις. Αλλωστε, χωρίς κρατικό χρήμα δε γίνονται καπιταλιστικές επενδύσεις, σ' αυτό άλλωστε αποσκοπούν και οι λεγόμενοι αναπτυξιακοί νόμοι.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι τα κρατικά χρέη απογειώθηκαν μαζί με τους ρυθμούς της καπιταλιστικής ανάπτυξης, άλλωστε ήταν προϋπόθεση για αυτήν. Για παράδειγμα, ένας παράγοντας διόγκωσης των κρατικών ελλειμμάτων και χρεών στην Ελλάδα ήταν τα έργα των Ολυμπιακών Αγώνων. Αλλά απ' αυτά έβγαλαν τεράστια κέρδη διάφοροι μονοπωλιακοί όμιλοι.
Εξίσου χαρακτηριστικό, επίσης, είναι και το γεγονός ότι το χρέος αρκετών κρατών απογειώθηκε και στη φάση της πρόσφατης οξυμένης καπιταλιστικής κρίσης, όπως για διασώσεις τραπεζικών ομίλων, χρηματοδότηση άλλων μονοπωλιακών ομίλων στην παραγωγή, για την αποσόβηση των γενικότερων κλυδωνισμών στις καπιταλιστικές οικονομίες και στα μονοπώλια του κάθε χώρου, για να βοηθήσουν δηλαδή το κεφάλαιο να μην έχει απώλειες και να ενισχυθεί, από την καταστροφική δράση της οικονομικής κρίσης.
Οξυμένη διαπάλη
Γύρω από τέτοια ζητήματα εκδηλώνεται σήμερα οξυμένη η ενδοαστική διαπάλη για το μείγμα πολιτικής διαχείρισης ελλειμμάτων και χρεών. Που, στην προκειμένη περίπτωση, της Ελλάδας, επειδή αυτά συνδέονται με την ένταξή της στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη, απ' όπου και το μεγαλύτερο μέρος του δανεισμού, σε συνδυασμό όμως και με το δανεισμό από το ΔΝΤ, και με δεδομένο επίσης ότι αυτή η υπόθεση συνδέεται άμεσα με την έξοδο από την κρίση σε όφελος του κεφαλαίου, υπάρχουν κόντρες σχετικά με τον επιμερισμό της χασούρας ανάμεσα στα κράτη και στα μονοπώλιά τους. Το ζήτημα συνδέεται με την αναγκαιότητα ύπαρξης κρατικού χρήματος για επενδύσεις από τα μονοπώλια. Οσο μεγαλύτερο το χρέος τόσο η αποπληρωμή του δυσκολεύει το κράτος να διοχετεύσει χρήμα στα μονοπώλια. Ετσι, η ανάκαμψη δεν έρχεται αφού δε γίνονται επενδύσεις. Εδώ οξύνονται οι ανταγωνισμοί, αφού συγκεκριμένα στην Ευρωζώνη και στην ΕΕ κάθε κράτος - μέλος θέλει χρήμα για τα δικά του μονοπώλια, θέλει η ΕΚΤ να συμβάλλει στην ανάκαμψη της δικής του καπιταλιστικής οικονομίας με δεδομένη τη στασιμότητα σε όλες, άρα υπάρχουν ανταγωνισμοί, γι' αυτό και πιέζεται η αστική τάξη και η κυβέρνηση της Ελλάδας λόγω ανισομετρίας και τεράστιων χρεών. Για παράδειγμα, Γαλλία, Ιταλία, ως η δεύτερη και η τρίτη σε μέγεθος οικονομία της Ευρωζώνης, μπορεί να προπαγανδίζουν ότι δε θέλουν πολιτική λιτότητας αλλά χαλάρωσης και φραστικά στηρίζουν την κυβέρνηση στην ίδια ρότα, αλλά, σε σχέση με τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης, θέλουν τα μέγιστα από την ΕΚΤ και την εφαρμογή πολιτικής χαλάρωσης για τις δικές τους οικονομίες, ενώ επιμένουν να τηρήσει η Ελλάδα τις δεσμεύσεις της ως προς το έλλειμμα και το χρέος που τη δυσκολεύει να εφαρμόσει πολιτική χαλάρωσης.
Σήμερα, μέσα στην Ευρωζώνη (δηλαδή στον ίδιο νομισματικό χώρο) εκδηλώνονται έντονες αποκλίσεις, οι οποίες βρίσκουν την αντανάκλασή τους και στα κρατικά χρέη. Για παράδειγμα, η Γερμανία έχει δυνατότητα δανεισμού με αμελητέα επιτόκια. Πρόσφατα μάλιστα σε βραχυπρόθεσμες εκδόσεις της Γερμανίας έφτασαν να διαμορφωθούν ακόμη και σε αρνητικό επίπεδο, καθώς οι «επενδυτές» προτίμησαν να χάσουν από το αρχικό κεφάλαια, αντί να «ρισκάρουν» σε υψηλότερες αποδόσεις, με τον κίνδυνο πολύ μεγαλύτερης χασούρας. Αντίθετα, για το ελληνικό αστικό κράτος, το κόστος «εξόδου στις αγορές», δηλαδή σε δανεισμό από τράπεζες, σε αυτήν τη φάση, είναι απολύτως απαγορευτικό. Και, βέβαια, οι διαφορές και οι αποκλίσεις στους κόλπους της Ευρωζώνης δεν έχουν να κάνουν με τις εθνικότητες και τους λαούς. Αντίθετα, η δυνατότητα και «αξιοπιστία» κάθε κράτους στις χρηματαγορές είναι αναπόσπαστα δεμένη με τους όρους χρηματοδότησης των μονοπωλίων και των μερίδων του κεφαλαίου του ζωτικού χώρους τους. Ετσι, όταν ο ΣΕΒ μιλάει για «αναβάθμιση της χώρας», εννοεί την ανάκτηση των χαμένων πόντων της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού κεφαλαίου. Αλλωστε, ανεξάρτητα από την ενδοαστική διαπάλη και τους οξυμένους ανταγωνισμούς, η επίθεση απέναντι στους λαούς της ΕΕ εκδηλώνεται με βάση τις συμπλεύσεις στο ενιαίο στρατηγικό σχεδιασμό του κεφαλαίου, για τη διαρκή ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας.
Τα χρέη στην Ευρωζώνη
Στο 92,1% του ΑΕΠ διαμορφώνεται η μάζα των κρατικών χρεών σε επίπεδο Ευρωζώνης, ενώ καταγράφονται τεράστιες αποκλίσεις σε σχέση με τους στόχους που έθετε η Συνθήκη του Μάαστριχτ για τη διαμόρφωση του κρατικού χρέους μέχρι το 60% του ΑΕΠ.
Αναλυτικά, σύμφωνα με τα στοιχεία της Γιούροστατ, που αφορούν στο Γ' τρίμηνο του 2014:
-- Στα κράτη της Ευρωζώνης το χρέος φτάνει στα 9,23 τρισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 92,1% του ΑΕΠ. Στο σύνολο της ΕΕ διαμορφώνεται στα 11,98 τρισ. ευρώ ή στο 86,6% του ΑΕΠ. Οπως προκύπτει, το μερίδιο της Ευρωζώνης φτάνει στο 77,04% του συνολικού χρέους στην ΕΕ.
-- Σε ό,τι αφορά τη σχέση του κρατικού χρέους ως προς το ΑΕΠ, τα μεγαλύτερα ποσοστά έχουν ως εξής: Ελλάδα 176%, Ιταλία 131,8%, Πορτογαλία 131,4%, Ιρλανδία 114,8%, Βέλγιο 108,2%, Κύπρος 104,7%. Στη Γερμανία εμφανίζεται στο 74,8% και στη Γαλλία στο 95,3%.
-- Σε απόλυτα μεγέθη την «πρωτιά» κατέχει η Γερμανία με 2,15 τρισ. ευρώ. Στα 2,13 τρισ. καταγράφεται το κρατικό χρέος στην Ιταλία και στα 2 τρισ. στη Γαλλία. Η τριάδα Γερμανία - Γαλλία - Ιταλία χρωστάει περίπου 6,3 τρισ. ευρώ ή το 68,3% του συνολικού χρέους των κρατών της Ευρωζώνης.
-- Το κρατικό χρέος της Ελλάδας διαμορφώνεται στα 315,5 δισ. ευρώ και αντιστοιχεί στο 3,4% του συνολικού χρέους της Ευρωζώνης.
Χέρι - χέρι με την ανάπτυξη του κεφαλαίου
Εκφρασμένο σε ευρώ (σε δραχμές τότε) το ελληνικό κρατικό χρέος για το έτος 1997 διαμορφωνόταν στα 114,5 δισ. Μετά από μια δεκαετία, στο 2007 απογειώθηκε στα 236 δισ. ευρώ (υπερδιπλασιασμός). Σήμερα, μετά και το «κούρεμα» του 2012, με το οποίο κατέστρεψαν τα ασφαλιστικά ταμεία, διαμορφώνεται κοντά στα 320 δισ. ευρώ, από 130 δισ. στο τέλος Δεκέμβρη του 2000. Τα παραπάνω αποτελούν ορισμένα ενδεικτικά σημεία για την απογείωση του κρατικού χρέους, παράλληλα και σε συνδυασμό με τις ανάγκες χρηματοδότησης των αναγκών του ελληνικού κεφαλαίου και του αστικού κράτους στη φάση των εντατικών ρυθμών της καπιταλιστικής ανάπτυξης στην Ελλάδα.
Τα παραπάνω συνέβησαν με φόντο το μπαράζ με τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις στο πλαίσιο της σύγκλισης με την ΟΝΕ και στη συνέχεια με την ένταξη στην Ευρωζώνη. Με το κρατικό χρέος αναπληρώθηκαν οι τεράστιες απώλειες από τις αλλεπάλληλες μειώσεις στη φορολογία των επιχειρηματικών κερδών, οι κρατικές επιδοτήσεις προς τους επιχειρηματίες μέσω των διαφόρων αναπτυξιακών νόμων, οι συμμετοχές του αστικού κράτους στις πολεμικές δαπάνες και εξοπλισμούς, ειδικές ανάγκες (Ολυμπιακά έργα κ.ά). Στην ίδια περίοδο και εν μέσω των αστρονομικών κερδών που αποκόμιζαν οι ελληνικοί επιχειρηματικοί όμιλοι και τα μονοπώλια, των εξαγωγών κεφαλαίου στην ευρύτερη ζωτική περιοχή, τα εμπορικά ελλείμματα της χώρας διευρύνθηκαν σε νέα ύψη.
Διαχείριση για το κεφάλαιο - όλεθρος για το λαό
Στην αποπληρωμή του ελληνικού κρατικού χρέους με «ρήτρα ανάπτυξης» της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας, παράλληλα με τη μεταφορά ενός σημαντικού μέρους του στο απώτατο μέλλον, συνοψίζεται η πρόταση της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, προκειμένου αυτό να γίνει «βιώσιμο» και εξυπηρετήσιμο, χωρίς δηλαδή να προκαλεί αβεβαιότητα και ανησυχίες στους «επενδυτές».
Η αντιπαράθεση γύρω από τους τρόπους διευθέτησης του κρατικού χρέους αποτελεί πτυχή των γενικότερων ανταγωνισμών που εκδηλώνονται τόσο μέσα στους κόλπους της ΕΕ όσο και ευρύτερα, με την πλευρά και του ΔΝΤ, συνδέεται με τη μεταξύ τους διαπάλη γύρω από τον επιμερισμό της χασούρας ανάμεσα στα κράτη και τις τράπεζες από την αναδιάρθρωση, δηλαδή τη μείωσή του. Οι διαβουλεύσεις, οι κόντρες και οι παρεμβάσεις εκ μέρους της ελληνικής αστικής τάξης και των εκπροσώπων της στην πραγματικότητα αφορούν στην αποδέσμευση κεφαλαίων που σήμερα πηγαίνουν στην εξυπηρέτηση του χρέους, προκειμένου στη συνέχεια να κατευθυνθούν στην ενίσχυση των επιχειρηματικών ομίλων, σε κλάδους και τομείς της οικονομίας και της παραγωγής για επενδύσεις ώστε να έρθει η ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας.
Σε κάθε περίπτωση, το προτεινόμενο αντιλαϊκό μείγμα δίνει «ανάσες» στους επιχειρηματικούς ομίλους, καθώς για τα προσεχή χρόνια (χωρίς «κούρεμα») δίνονται δυνατότητες ανακατανομής κρατικών εσόδων από την αποπληρωμή του χρέους στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.
Σήμερα, μετά την αναδιάρθρωση και το κούρεμα του 2012, το κρατικό χρέος, στ συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος από τη μάζα του, αποτελεί απαίτηση των ιμπεριαλιστικών Οργανισμών (ΕΕ - ΔΝΤ), καθώς και των διακρατικών δανείων που διαχειρίζονται οι κυβερνήσεις της ΕΕ.
Και, βέβαια, η όποια αναδιάρθρωση του κρατικού χρέους, ανεξάρτητα από «τεχνικές διαχείρισης», αποτελεί τον ένα από τους πυλώνες στήριξης του κεφαλαίου. Η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου απαιτεί συνδυασμό αντιλαϊκών μέτρων, φτηνότερη και περισσότερο ευέλικτη εργατική δύναμη.