"Το βιβλίο του Μακάριου Δρουσιώτη απομυθοποιεί τον αγώνα της ΕΟΚΑ και του Γεωργίου Γρίβα" Η πρόσφατη έκδοση της μελέτης του Μακάριου Δρουσιώτη ("ΕΟΚΑ, Η σκοτεινή όψη", εκδόσεις "Στάχυ", Αθήνα 1998), προκάλεσε μιαν αναπάντεχη αντίδραση. Δεν αναφερόμαστε στα θέματα "ταμπού" του Κυπριακού, τα οποία αναλύει τεκμηριωμένα ο δημοσιογράφος και ιστορικός. Σ' αυτά είναι αναμενόμενες οι αντιδράσεις, εφόσον για πρώτη φορά εξετάζονται όλες οι πτυχές του ζητήματος, χωρίς αποσιωπήσεις και διαστρεβλώσεις, που συνήθως επιβάλλονται από "υπέρτατους εθνικούς λόγους".
Το παράδοξο είναι ότι κινητοποιήθηκαν ακόμα και νοσταλγοί της Οργάνωσης "Χ", διαμαρτυρόμενοι για την υπόμνηση περί της συνεργασίας της "Χ" με τις γερμανικές αρχές κατοχής αλλά και την απόλυτη εξάρτησή της από τους Αγγλους.
Ενα πρώτο δείγμα αυτών των αντιδράσεων φιλοξενήθηκε ως επιστολή προς την "Ελευθεροτυπία" -με μικρή δική μας απάντηση- στο φύλλο της περασμένης Δευτέρας. Είναι αδιανόητο, για όποιον έχει μάθει ότι ο Γρίβας υπήρξε ηγέτης του Κυπριακού αγώνα, να συλλάβει το γεγονός ότι ξεκίνησε ως πράκτορας των Αγγλων. Και εξίσου αδιανόητο σε όποιον έχει μάθει ιστορία μόνο από τον "Μικρό Ηρωα", να διανοηθεί ότι ο άνθρωπος των Αγγλων του '44-'45, υπήρξε και άνθρωπος των Γερμανών το '43-'44. Από τους Γερμανούς στους Άγγλους!
Στο πρώτο "παράδοξο" δίνει αναλυτική απάντηση ο Μακάριος Δρουσιώτης. Στο δεύτερο, απαντούν οι σοβαρότεροι ιστορικοί της περιόδου. Ο Θανάσης Χατζής, στην πιο εμπεριστατωμένη ιστορική μαρτυρία που έχει γραφτεί για την Αντίσταση κατατάσσει σαφώς τη "Χ" στην κατηγορία των ομάδων που πέρασαν από τον δοσιλογισμό στην "αγγλοφιλία": "Αυτόν τον καιρό (άνοιξη 1943) κάνουν την εμφάνισή τους και οι 'μπουραντάδες' αστυνομικοί με τις χαρακτηριστικές κάσκες των SS, οι 'μαντουβαλαίοι' στον Πειραιά, τα κοινωνικά αποβράσματα της Ειδικής Ασφάλειας, οι 'Χίτες' του Γρίβα, οι εδεσίτες του Παπαγεωργίου και μια σειρά άλλοι εθνοπροδότες με επικεφαλής 'εθνοσωτήρες της 'Στρατιωτικής ιεραρχίας' σαν τους Βεντήρη, Σπηλιωτόπουλο, Ζερβέα, Αντωνόπουλο, Σταθόπουλο, όλοι στην υπηρεσία του Ράλλη και μέσον αυτού των Γερμανών και ταυτόχρονα των Αγγλων." ("Η νικηφόρα επανάσταση που χάθηκε", εκδόσεις "Παπαζήση", Αθήνα 1977-1979, τ. Α', σελ. 433)
Ανάλογη είναι η εκτίμηση και του νέου ιστορικού Mark Mazower: "Στους δρόμους κάτω από το ναό του Θησείου, οι ένοπλοι της "Χ" αντάλλασσαν πυρά με τα περίπολα του ΕΛΑΣ κι έπαιρναν μέρος σε σημαίνουσες επιχειρήσεις πλάι στα Τάγματα Ασφαλείας. 'Σήμερα είναι με τους Γερμανούς, αύριο, όταν ξανάρθει ο ευλογημένος ο βασιλιάς, μ' αυτούς που θα τον φέρουν πίσω'. Ετσι εκτιμούσε το πιστεύω τους ένας παρατηρητής." ("Στην Ελλάδα του Χίτλερ", εκδόσεις "Αλεξάνδρεια", Αθήνα 1994, σελ. 378). Από πολλές μαρτυρίες στη δίκη των δωσίλογων μαθαίνουμε ότι τα γερμανικά όπλα τα προμηθευόταν η "Χ" μέσω της κυβέρνησης Ράλλη: "Κατά το πλείστον τα όπλα αυτά τα επήρεν η "Χ" κατ' Αύγουστον ή Σεπτέμβριον του 1944." (Κατάθεση του Κ. Ροδοκανάκη του ΕΔΕΣ, βλ. Λευτέρη Αποστόλου "Η παρωδία της δίκης των δοσιλόγων", εκδόσεις "Ο Ρήγας", Αθήνα, Ιούνης 1945, σελ. 67) Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι οι πηγές αυτές είναι μονόπλευρες.
Επικαλούμαστε, λοιπόν, τη μαρτυρία του πρεσβευτή των ΗΠΑ στην Αθήνα Lincoln Mac Veagh. Σε απόρρητη έκθεσή του για τη "Χ", ο Mac Veagh (26/10/1945) αναφέρεται σαφώς στη συνεργασία της με τους κατακτητές. "Καθώς μεγάλωνε ο έλεγχος των κομμουνιστών πάνω στον ΕΛΑΣ, η "Χ" γινόταν όλο και περισσότερο μια καθαρά αντί-κομμουνιστική οργάνωση.
Λέγεται ότι συνεργάστηκε με τους Γερμανούς, δίνοντάς τους πληροφορίες για τα πιθανά μέρη που βρίσκονται οι κομμουνιστές ηγέτες, και την ίδια στιγμή δεχόταν κάποια όπλα από τις γερμανικές αρχές, με τα οποία διεξήγε κατά καιρούς οδομαχίες κατά των Ελασιτών.
Οσο μειωνόταν ο έλεγχος των Γερμανών πάνω στην Αθήνα, αυξάνονταν οι σποραδικές συγκρούσεις μεταξύ ΕΛΑΣ και "Χ", κι αυτό ήταν σε βάρος της "Χ"." (Yiorgos Chouliaras, Dan Georgakas, "Documents: Dispatches of Lincoln Mac Veagh", στο Journal of the Hellenic Diaspora, Vol. XII/No 1, Spring 1985).
Μια αναπάντεχη επιβεβαίωση της παντελούς απουσίας αντιστασιακής δράσης από τη "Χ" περιέχεται στο βιβλιαράκι "Ο άγνωστος πόλεμος της Χ" (εκδόσεις "Μάχη", 1988), το οποίο εκδόθηκε από ακροδεξιό εκδοτικό οίκο για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα. Διαβάζουμε, λοιπόν, στον επίλογο αυτού του απολογητικού βιβλίου με τον χαρακτηριστικό τίτλο: "Είναι φυσικό ο καλύτερος ανταρτοπόλεμος να οργανώνεται και να διεξάγεται από τον καλύτερο αντάρτη. Κι αυτό τον τίτλο, του καλύτερου αντάρτη, τον κατέχει αναμφισβήτητα ο Γεώργιος Γρίβας. Τον κέρδισε στο Θησείο τον Δεκέμβριο του 1944, όπου επικεφαλής 150 μόνο επιλέκτων αντιμετώπισε επιτυχώς επί ημέρας τις επιθέσεις πολλαπλασίων κομμουνιστών, υποχρεώνοντάς τους να αφήσουν στο πεδίο της μάχης πάνω από 200 νεκρούς."
Ιδού, λοιπόν, το "αντάρτικο" του Γρίβα. Σύμφωνα με τους οπαδούς και τους θαυμαστές του, ο αρχηγός της "Χ" βγήκε στο κλαρί μετά την απελευθέρωση, για να σκοτώσει όχι Γερμανούς, αλλά Ελληνες. Και τους "τίτλους" του δεν τους κέρδισε κατά τη διάρκεια της Κατοχής, αλλά την περίοδο της αγγλικής επέμβασης. Μια τρομοκρατική οργάνωση. Σ' αυτό το σημείο συμφωνούν όλοι οι ιστορικοί. Η "Χ" έγινε γνωστή ως όργανο των πιο αντιδραστικών πολιτικών κύκλων και διέπρεψε σε δολοφονικές μεθόδους κατά των κομμουνιστών (με την πιο διασταλμένη έννοια του όρου). Τρεις μόλις μέρες μετά την απελευθέρωση, μια ομάδα "Χιτών" πυροβόλησε στα τυφλά, πάνω σε μια διαδήλωση και δολοφόνησε 7 πολίτες. "Οι συγκρούσεις των εξοπλισμένων από τους Αγγλους πια δεξιών ομάδων (χθεσινών συνεργατών των Γερμανών) και ειδικά της "Χ", γίνονται καθημερινό φαινόμενο στην Αθήνα.
Στις 15/11/1944, μια διαδήλωση με αίτημα την τιμωρία των προδοτών και την εκκαθάριση του κρατικού μηχανισμού από τους συνεργάτες του κατακτητή, χτυπήθηκε στην πλατεία Ομονοίας από "Χίτες". Αποτέλεσμα 7 νεκροί και πολλοί τραυματίες." (Περικλή Ροδάκη, "Δεκέμβρης 1944", εκδόσεις "Επικαιρότητα", Αθήνα 1984) Η κυβέρνηση Παπανδρέου και οι Αγγλοι, ενώ στα λόγια παραδέχονται την ανάγκη να αφοπλιστεί η "Χ", τη θεωρούν χρυσή εφεδρεία και την προστατεύουν: "Πώς γίνεται ώστε παρά τις δηλώσεις του κ. Κατσώτα, ότι θα διαλυθούν οι θρασύτατες συμμορίες των ενόπλων εγκληματιών της "Χ", αυτές δεν διαλύονται, αλλά αντίθετα εξοπλίζονται περισσότερο;" αναρωτιέται ο Κώστας Καραγιώργης στις 22/11/1944, από τις στήλες του "Ριζοσπάστη". Την απάντηση θα την πάρει δέκα μέρες αργότερα. Η "Χ" θα ενταχθεί στον "εθνικό σχεδιασμό" των Δεκεμβριανών, και θα αποτελέσει την κύρια παραστρατιωτική δολοφονική και εκβιαστική οργάνωση στην περίοδο της τρομοκρατίας μετά τη Βάρκιζα. Η θλιβερή αυτή οργάνωση δεν θα μας απασχολούσε σήμερα, αν το όνομα του Γρίβα δεν είχε "ξεπλυθεί", εξαιτίας της ανάμειξής του στο Κυπριακό.
Πατώντας σ' αυτό το "ξέπλυμα" και ποντάροντας στη συλλογική αμνησία που προκάλεσε το μετεμφυλιακό κράτος και η δικτατορία, οι νοσταλγοί της "Χ" κάνουν δειλά δειλά την εμφάνισή τους. Δεν είναι μόνο οι υπέργηροι δοσίλογοι, που θέλουν να διηγούνται παραμύθια στα εγγόνια τους. Από κοντά και οι εναπομείναντες χουντοβασιλικοί, ο φέρελπις Ελλην Λεπέν Μάκης Βορίδης, και επικεφαλής ο απαραίτητος Γιώργος Καρατζαφέρης. Η ιστορία ξαναγράφεται. Αυτή τη φορά, με τα πόδια. Η άγνωστη "Χ" Μια οργάνωση, για την οποία πολλά έχουν λεχθεί από την εποχή της Κατοχής, με την επωνυμία "Χ".
Αυτή η οργάνωση, που έγινε αργότερα γνωστή σαν όργανο "αμέσου δράσεως" της μοναρχικής Δεξιάς, κάτω από την ηγεσία του συνταγματάρχη Γρίβα, έχει ισχυρισθεί ότι ήταν αντιστασιακό κίνημα κατά την Κατοχή. Αν ο ισχυρισμός αυτός αλήθευε, θα μπορούσε να θεωρηθεί σαν η μοναδική οργάνωση της Δεξιάς που δρούσε στην Αθήνα. Στην πραγματικότητα, όμως, το όνομά της ήταν άγνωστο, ακόμα και λίγο πριν φύγουν οι Γερμανοί. Αλλά και τότε, πάλι, το όνομα αυτό δεν σήμαινε τίποτα, που να είχε σχέση με Αντίσταση. Μόνο στα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια απόκτησε μια ορισμένη σημασία: την απαίσια σημασία μιας Κου Κλουξ Κλαν. Κι αυτή επομένως η οργάνωση δεν έχει θέση σ' αυτή την παρουσίαση (των αντιστασιακών οργανώσεων).
Κρις Γούντχαουζ ("Το μήλο της έριδος", εκδόσεις "Εξάντας", Αθήνα 1976)
(*) Ο Κρις Γούντχαουζ βρέθηκε στα ελληνικά βουνά από τον Οκτώβριο του 1942 μέχρι το τέλος της κατοχής, ως υπαρχηγός και στη συνέχεια αρχηγός της Συμμαχικής Στρατιωτικής Αποστολής.
(Ελευθεροτυπία, 2/1/1999)
πηγή: Γιώργος Κυριακίδης