Ένας όρος που ακούστηκε πολύ στις "πλατείες", την περίοδο που όλα τα λαϊκά προβλήματα θα λυνόταν με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες. Στο μυαλό του βέβαια ο καθένας, καταλάβαινε με αυτό τον όρο ότι ήθελε. Κι επειδή σε αυτό το τόπο έχουμε ξεχάσει να ρωτάμε, αισθανόμαστε ότι τα ξέρουμε όλα, ή ότι διαισθητικά τα έχουμε κατανοήσει, προσθέσαμε στη καθημερινότητά μας έναν ακόμα πολιτικό όρο που μας ακουγόταν καλά. Βέβαια στα κοινωνικά-πολιτικά λεξικά, αυτός ο όρος έχει γονείς και νονούς, έχει τρόπους, έχει συγκεκριμένο περιεχόμενο και προπαντός έχει ταξικό πρόσημο.
.
Στη σύντομη κινηματική ιστορία των πλατειών διαφημίστηκε ως το ελιξίριο δια πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν. Προτάθηκε μάλλον σαν ένας τρόπος λήψης αποφάσεων παρά σαν τρόπος ξεπεράσματος των αστικών θεσμών και ξεθώριασε όταν το παραμύθι διαλύθηκε εξ ων συνετέθη. Όμως σήμερα κάποιοι επαναφέρουν τον όρο για να εισπράξουν την όποια πολιτική υπεραξία έμεινε από τα κινήματα των αγανακτισμένων.
Με την ανάρτηση περί "κοινωνικής οικονομίας" που προηγήθηκε, ξεκίνησα μια προσπάθεια για εκλαΐκευση κάποιων εννοιών που διακινούνται ευρύτατα στο προεκλογικό παζάρι των εκλογών της ΤΟΠΙΚΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ.
Σήμερα θα προσπαθήσω να ξεσκαλίσω τι και ποιοι, κρύβονται πίσω από τον όρο αμεσοδημοκρατία.
Τι μπορεί να υποδηλώνει ή πού μπορεί να παραπέμπει ο όρος «άμεση δημοκρατία»; Προφανώς, στη διοίκηση των κοινωνικών υποθέσεων από τα ίδια τα μέλη της κοινωνίας δίχως διαμεσολαβήσεις ειδικών και οργανώσεων, κρατικού μηχανισμού, κομμάτων κτλ., με βάση την αρχή της πλειοψηφίας (γι’ αυτό εξάλλου και η ιδέα αυτή είναι τόσο ελκυστική και γίνεται πιο εύκολα αποδεκτή). Ωραία μέχρις εδώ. Ποιοι θα διοικήσουν λοιπόν την κοινωνία; Η απάντηση που δίνεται από κάποιους είναι: «οι ίδιοι οι πολίτες», ο «λαός» άμεσα. Ναι, αλλά οι πολίτες ή ο «λαός» δεν είναι κάτι ενιαίο. Και τώρα, εξάλλου, πολίτες είναι αυτοί που διοικούν. Όχι, λέει, πρέπει να διοικήσουν άμεσα όλοι οι πολίτες, φτωχοί και πλούσιοι. Το ταξικό κριτήριο και εδώ παραμερίζεται ευθύς εξαρχής - τυπικό δείγμα μικροαστικής συνείδησης και νοοτροπίας. Και σε ποια βάση, σε ποιο έδαφος και πού θα διοικήσουν; Απάντηση: στις πλατείες και τις γειτονιές. Κανείς από αυτούς που προκρίνουν τις αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες δεν κάνει λόγο για τους τόπους δουλειάς, για τα εργοστάσια, τα ξενοδοχεία, τα πολυκαταστήματα, για τους εργασιακούς χώρους γενικά, κανείς δε μιλάει για άσκηση εξουσίας των εργαζομένων πάνω στην παραγωγική διαδικασία. Ακόμα περισσότερο: από τις «πλατείες» εκδηλώθηκε εχθρότητα απέναντι στο ίδιο το εργατικό κίνημα, απαιτήθηκε η απάρνηση του κριτηρίου της ταξικότητας για τη συμμετοχή στις κινητοποιήσεις των «αγανακτισμένων». Μόνο ως αφηρημένα άτομα-πολίτες γίνονται δεκτοί οι διαδηλωτές, χωρίς την ταξική τους ιδιότητα. Αυτό σημαίνει πως οι οργανωτές του δοσμένου κινήματος εμφορούνται από σαφώς αστικές απόψεις και ιδέες, καθώς και από ανάλογη στόχευση.
Όταν δεν τίθεται θέμα ταξικότητας, είναι σαφές ότι γίνεται αποδεκτή η θεμελιακή αστική αντίληψη περί «γενικού συμφέροντος» και «γενικής θέλησης» μιας ταξικά διαιρεμένης κοινωνίας. Στην πραγματικότητα, οι οργανωτές και ιθύνοντες των κινητοποιήσεων των «αγανακτισμένων», στα λόγια τουλάχιστον, φαίνεται να επιδιώκουν ένα αστικό πολιτικό σύστημα χωρίς βουλή, κόμματα, συνδικάτα. Επειδή όμως αυτό παραείναι ουτοπικό, τελικά το πιο πιθανό είναι ότι συμβιβάζονται με την προώθηση μεγαλύτερης συμμετοχής των πολιτών στον έλεγχο της άσκησης της εξουσίας και της δημόσιας διοίκησης. Προτείνουν αυτό να γίνεται μέσα από τη θεσμοθέτηση στην πράξη λαϊκών συνελεύσεων στους χώρους κατοικίας, καθώς και μέσα από το διαδίκτυο («άμεση ψηφιακή δημοκρατία»).
Τα παραπάνω φέρνουν επικίνδυνα κοντά την αντίληψη της «άμεσης δημοκρατίας» με τη σύγχρονη αστική αντίληψη περί «συμμετοχικής δημοκρατίας» που προωθείται συστηματικά εδώ και αρκετά χρόνια από τους πολιτικούς εκπροσώπους των μονοπωλίων, με στόχο την προσαρμογή του πολιτικού συστήματος στις σύγχρονες ανάγκες τους. Γενικά, προκύπτουν πολλά εύλογα ερωτηματικά για τις πραγματικές απόψεις, πεποιθήσεις και κυρίως για τις επιδιώξεις αυτών που εμφανίζονται ως οργανωτές των κινητοποιήσεων. Η αοριστία των ιδεών και των αιτημάτων που εκφέρουν (με κυρίαρχο το σύνθημα για μια απροσδιόριστη «περισσότερη δημοκρατία» γενικώς, χωρίς ταξικό πρόσημο) και ο αστικός χαρακτήρας τους, η μυστικοπάθεια και αδιαφάνεια γύρω από την ταυτότητά τους και κυρίως ο τρόπος οργάνωσης και προβολής των κινητοποιήσεων θυμίζουν εξαιρετικά τις «έγχρωμες επαναστάσεις» της προηγούμενης δεκαετίας (Σερβία, Ουκρανία, Γεωργία, Κιργκιζστάν), καθώς και το ξεκίνημα των σύγχρονων κινητοποιήσεων στις αραβικές χώρες (Αίγυπτος, Τυνησία, Λιβύη, Συρία), τηρουμένων των αναλογιών, βέβαια. Μοιάζει σαν να υπάρχει ένας παρόμοιος μηχανισμός κινητοποίησης μικροαστικών ή μικροαστικής συνείδησης μαζών (με την επικουρία πάντα οπορτουνιστικών, αναρχοαυτόνομων και εθνικιστικών ομάδων), με την πλατιά χρήση των ΜΜΕ (τα οποία, θυμίζουμε, είναι συγκεντροποιημένα σε ομίλους καπιταλιστικών επιχειρήσεων) και των νέων τεχνολογιών επικοινωνίας και με στόχο κάθε φορά την ανασύνθεση του πολιτικού συστήματος σε συγκεκριμένες ομάδες χωρών με ομαδοποιημένα γεωπολιτικά δεδομένα και κοινωνικοπολιτικά χαρακτηριστικά, τις πιο πολλές φορές.
Σε όλες αυτές τις κατηγορίες κινητοποιήσεων αξιοποιούνται υπαρκτά κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα και επιδιώκεται ο έγκαιρος προκαθορισμός της κατεύθυνσης των πολιτικών αλλαγών. Επίσης, θυμίζουν τις διατυπώσεις περί «ελεγχόμενου χάους», ώστε να ελεγχθούν και να κατευθυνθούν οι πολιτικές εξελίξεις σε μια χώρα. Δηλαδή η μορφή της κινητοποίησης του Συντάγματος και των πλατειών υπακούει σε ένα διεθνές ευέλικτο μοντέλο κινητοποίησης. Αν στην προηγούμενη δεκαετία εξαπλώνονταν οι «έγχρωμες επαναστάσεις» στη Σερβία και σε χώρες της πρώην ΕΣΣΔ, αυτή τη δεκαετία έχουμε τις εξεγέρσεις στις αραβικές χώρες και τα κινήματα των «αγανακτισμένων» σε Ισπανία και Ελλάδα (ίσως προσεχώς στην Ιταλία και αν δυναμώσει στην Πορτογαλία), στη Νότια ΕΕ δηλαδή.
Η κατάσταση φέρνει στο νου μια μήτρα πολιτικής στρατηγικής και μια τεχνική ή κοινωνική μηχανική ορισμένου τύπου. Ορισμένοι θεωρούν αυτές τις εκτιμήσεις ως «συνομωσιολογία», όμως αυτές αντιστοιχούν στο κοινωνικό δεδομένο της πρωτόγνωρης συγκέντρωσης του κεφαλαίου στις σημερινές συνθήκες, τόσο διεθνώς, όσο και στο εσωτερικό των καπιταλιστικών κοινωνιών. Συγκέντρωση των μέσων παραγωγής όμως σημαίνει αναγκαία και μεγαλύτερη συγκέντρωση και πιο στενό έλεγχο της εξουσίας, της μαζικής επικοινωνίας, της πνευματικής και ιδεολογικής παραγωγής. Σημαίνει πολύ μεγαλύτερη και πολύ πιο στοχοπροσηλωμένη και στρατηγικά σχεδιασμένη δυνατότητα παρέμβασης στις μαζικές διαδικασίες από ισχυρά κέντρα ταξικής εξουσίας, τα σύγχρονα καπιταλιστικά κράτη. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι μια σειρά από ΜΚΟ και άλλες τέτοιου τύπου οργανώσεις που χαρακτηρίζονται από διασυνδέσεις με ιμπεριαλιστικά κέντρα, συμμετέχουν στις κινητοποιήσεις και τις εκδηλώσεις αυτές. Ετσι εξηγείται η στάση των εκπροσώπων της αστικής τάξης και μερίδας αστικών ΜΜΕ απέναντι στις κινητοποιήσεις των «αγανακτισμένων», την ίδια στιγμή που συκοφαντούσαν τις κινητοποιήσεις του ταξικά προσανατολισμένου συνδικαλιστικού κινήματος και ιδιαίτερα την απεργία ως όπλο της πάλης.
Εκείνοι που παρουσιάζονται -όσο παρουσιάζονται- ως οι κατ’ εξοχήν οργανωτές και εμψυχωτές αυτών των κινητοποιήσεων, δεν αποκλείουν και το ενδεχόμενο δημιουργίας κοινοβουλευτικού κόμματος «άμεσης δημοκρατίας», κάτι βέβαια που συνιστά αντίφαση εν τοις όροις (θα καταργηθούν τα κόμματα, μέσω της επικράτησης ενός άλλου κόμματος που θα είναι «αμεσοδημοκρατικό»!). Μετά από αυτούς, που αποτελούν τη μόνη σοβαρή πλευρά της υπόθεσης, ξεκινά το πραγματικό πανηγύρι. Περί άμεσης δημοκρατίας μιλάνε ακόμα και εθνικιστικά σκεπτόμενοι, ενώ υπάρχει και κείμενο όπου προβάλλεται ως υπόδειγμα (για σήμερα!) άμεσης δημοκρατίας η «κάθοδος των μυρίων» του Ξενοφώντα!
Μέσα σ’ αυτό το χάος προσπαθούν, όπως συμβαίνει συνήθως, να παρέμβουν κόμματα και ομάδες του οπορτουνιστικού χώρου (δυνάμεις του ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΤΑΡΣΥΑ κ.ά.). Κολακεύοντας ξεδιάντροπα την απολιτική συνείδηση πολλών από τους κινητοποιούμενους, διακρίνουν σε αυτό το «κίνημα» κάποια «άγουρα αμεσοδημοκρατικά χαρακτηριστικά» και «αντισυστημικές τάσεις» ή «διαθέσεις», τις οποίες προσπαθούν να μπολιάσουν με μια αντίστοιχη θολή «αριστερή» συνείδηση και πολιτικοποίηση πλήρως ενσωματωμένη στην πολιτική εξουσία της αστικής τάξης. Κρύβοντας λοιπόν την πολιτική τους ιδιότητα και τις θέσεις τους, κάνουν «ζύμωση» αναπαράγοντας πλευρές της αστικής σοσιαλδημοκρατικής γραμμής, προβάλλοντας αιτήματα όπως ο έλεγχος του χρέους (πόσο είναι νόμιμο και πόσο παράνομο, δηλαδή πόσο πρέπει να πληρώσει ο λαός!), η ανακλητότητα των βουλευτών (σε μια καπιταλιστική κοινωνία, με αντίστοιχη πολιτική οργάνωση!) και τα οικονομικά των κομμάτων, οι αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες σε επίπεδο γειτονιάς (δηλαδή, σε επίπεδο διαταξικό, όπου αναπόφευκτα κυριαρχούν σε τοπικό επίπεδο τα αστικά και τα μικροαστικά μορφωμένα εύπορα κοινωνικά στρώματα) κ.ο.κ. Γενικώς οι οπορτουνιστές, κολακεύοντας και στρογγυλεύοντας, προσαρμόζοντας τις θέσεις τους ανάλογα με την περίσταση, προσπαθούν να «καρπωθούν ό,τι μπορούν» από τη λαϊκή δυσαρέσκεια, βάζοντας εμπόδια στη ριζοσπαστικοποίησή της.
Από κοντά και διάφορες φερόμενες ως αναρχοαυτόνομες ομάδες βρίσκουν ένα πρόσκαιρο έδαφος για να αναπτύξουν τις ουτοπικές, μικροαστικές και ατομικιστικές κατά την ουσία θέσεις τους3, «εμπλουτίζοντας» κι αυτές το «κίνημα» και δίνοντας έτσι περισσότερο «ιδεολογικό βάθος» σε αυτό, υπηρετώντας κατά τον καλύτερο τρόπο τους μακροπρόθεσμους σκοπούς των οργανωτών και ιθυνόντων του και βοηθώντας στη διατήρηση της συγκάλυψης και παραλλαγής των τελευταίων.
Τι σημαίνει να διοικηθεί η κοινωνία «άμεσα»; Και γιατί τώρα -και για τόσους αιώνες ήδη- διοικείται έμμεσα, διαμεσολαβημένα; Επιστημονικά, η απάντηση έγκειται στην ιστορία της ανάπτυξης και των περιπετειών του καταμερισμού εργασίας στην κοινωνική παραγωγή. Η ανάπτυξη του καταμερισμού εργασίας, ως εσωτερική ανάγκη της παραγωγικής διαδικασίας, οδήγησε στο διαχωρισμό μεταξύ φυσικής και πνευματικής εργασίας, διευθυντικής και εκτελεστικής, ενώ ταυτόχρονα με τη διαμόρφωση υπερπροϊόντος στην παραγωγή οδήγησε στην ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, στην εμφάνιση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο και της ταξικής διαίρεσης (καθώς και της πολιτικής και του κράτους που τη συνοδεύουν) και την περαιτέρω εξέλιξή της μέχρι και σήμερα. Για να φτάσουμε λοιπόν στην άμεση διοίκηση της παραγωγής και των κοινωνικών υποθέσεων στο σύνολό τους θα πρέπει να αρθεί η ταξική διαίρεση, να αρθεί η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, να αρθεί ο καταμερισμός πνευματικής και φυσικής εργασίας. Μόνο τότε θα διοικήσει άμεσα την κοινωνία όλος ο λαός. Θα πρόκειται όμως για ένα «λαό» πολύ διαφορετικό από το σημερινό, θα πρόκειται για τους «ελεύθερα συνεταιρισμένους παραγωγούς» της κομμουνιστικής κοινωνίας. Σε αυτή την κοινωνία όμως δε θα φτάσει η ανθρωπότητα αυθόρμητα και μαγικά. Θα πρέπει πρώτα να ανατρέψει τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων, δηλαδή τον καπιταλισμό, να οικοδομήσει την κομμουνιστική κοινωνία και η ανατροπή αυτή θα είναι πολιτική.
Υποκείμενο της επαναστατικής αυτής ανατροπής σήμερα είναι η τάξη εκείνη που εκφράζει την κοινωνικοποίηση της παραγωγής, η «τάξη - μη τάξη» των μισθωτών εργατών που, απελευθερώνοντας τον εαυτό της (με την καθοδήγηση της πολιτικής πρωτοπορίας, του κομμουνιστικού κόμματος), θα απελευθερώσει και όλη την ανθρωπότητα από την εκμετάλλευση. Η διοίκηση της παραγωγής και της κοινωνίας από αυτή την τάξη είναι που θα οδηγήσει ιστορικά στην άμεση διοίκηση της κοινωνίας από όλους. Και η διοίκηση της κοινωνίας από την εργατική τάξη δε θα συνιστά «δημοκρατία για όλες τις τάξεις», αλλά δικτατορία, όμως δικτατορία των πολλών πάνω στους λίγους. Η δημοκρατία ως σύστημα κανόνων, δηλαδή η αρχή της πλειοψηφίας, η ελεύθερη συζήτηση κτλ., θα αφορά το εσωτερικό της νικήτριας εργατικής τάξης και θα είναι η πιο πλήρης και ανοιχτή δημοκρατία που θα έχει υπάρξει ποτέ, αλλά κι αυτή θα απονεκρωθεί κάποτε και θα δώσει τη θέση της σε μια διαδικασία που δε θα είναι πια δημοκρατία γιατί δε θα είναι κράτος, δε θα είναι καν πολιτική εξουσία, αλλά από κοινού άμεση διαχείριση πραγμάτων από τους ελεύθερους παραγωγούς.
Τα παραπάνω συνιστούν τη μόνη πραγματική βάση για να κατανοηθεί η δυνατότητα και η ιστορική νομοτέλεια της άμεσης διοίκησης της κοινωνίας από όλα τα μέλη της. Προϋπόθεση της άμεσης καθολικής διοίκησης είναι η ύπαρξη μιας άμεσης κοινωνικοποιημένης παραγωγικής διαδικασίας που στοχεύει αποκλειστικά και άμεσα, κατευθείαν στην ικανοποίηση των αναγκών όλων των μελών της κοινωνίας, δίχως τη διαμεσολάβηση του κέρδους, δίχως τον ενδιάμεσο, το μεσολαβητή της παραγωγής, δηλαδή δίχως τον κεφαλαιοκράτη που είναι παράσιτο, άχρηστος για την κοινωνική παραγωγή. Ο τελευταίος όμως είναι ο κυρίαρχος στον κόσμο μας σήμερα, οπότε η «διαμεσολάβηση» του κέρδους ως σκοπού της παραγωγής είναι προϋπόθεση για να παραχθεί οτιδήποτε, για να υπάρχει ο ίδιος ο άνθρωπος. Και η διαμεσολάβηση που ονομάζεται «κεφάλαιο» συνοδεύεται αναγκαία από την πολιτική διαμεσολάβηση, από την πολιτική εξουσία και κυριαρχία της τάξης των κεφαλαιοκρατών. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο η διεξαγωγή της ταξικής πάλης από την πλευρά της εργατικής τάξης προϋποθέτει την οργάνωση της δικιάς της ιδεολογικής και πολιτικής πρωτοπορίας, του κόμματός της, που χειραφετημένη από την αστική ιδεολογία και σε σύγκρουση με την εξουσία του κεφαλαίου εκφράζει τα γενικά καθολικά συμφέροντα της τάξης. Όσο υπάρχει το κεφάλαιο, αλλά και όσο θα υπάρχουν τάξεις, δεν μπορεί να υπάρξει κανενός είδους «άμεση» εξουσία και διεύθυνση της κοινωνίας. Όσο για τους εκμεταλλευόμενους και κυριαρχούμενους, καμιάς μορφής εξουσία, «άμεση» ή «έμμεση», δεν μπορεί να υπάρξει γι’ αυτούς σ’ αυτή την κοινωνία. Οι ισχυρισμοί περί του αντιθέτου δεν είναι τίποτε άλλο από πολύ παρωχημένα πια και γι’ αυτό φτηνά ιδεολογήματα, σκέτη απάτη.
Σε τι οδηγεί αντικειμενικά η λογική της «άμεσης δημοκρατίας τώρα», όπως αυτή ξεδιπλώνεται σήμερα στις θέσεις και αντιλήψεις που προαναφέρθηκαν; Οδηγεί στην ισχυροποίηση της καπιταλιστικής ταξικής δικτατορίας εν όψει των έντονων ταξικών συγκρούσεων που θα προκύψουν. Οδηγεί στον παραμερισμό των όποιων εμποδίων συνιστούσαν οι πολιτικές κατακτήσεις των εργαζομένων τα προηγούμενα χρόνια, στην υποβάθμιση και αναίρεση των όποιων δυνατοτήτων νόμιμης πολιτικής δράσης επιτρεπόταν στους εργαζόμενους. Οδηγεί σε πιο συγκεντρωτικά αστικά πολιτικά εργαλεία και σχήματα, σε πιο «άμεση» καταστολή των εργατικών αγώνων, σε πιο εύκολη και «άμεση» καρατόμηση των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων των εργαζομένων. Η συζήτηση περί «άμεσης δημοκρατίας» οδηγεί αντικειμενικά στην αλλαγή του πολιτικού συστήματος σύμφωνα με τις ανάγκες και τις βουλήσεις του κεφαλαίου, οδηγεί στο χτύπημα των οργανώσεων και του κινήματος της εργατικής τάξης, στο χτύπημα του κόμματός της. Τέλος, η φιλολογία περί «άμεσης δημοκρατίας» οδηγεί στο από καιρό συγκροτημένο αστικό μοντέλο πολιτικού και κομματικού συστήματος που προωθείται με το εύηχο όνομα «συμμετοχική δημοκρατία».
Από κείμενο του Αποστόλη Χαρίση στη ΚΟΜΕΠ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου