Η πιο όμορφη θάλασσα είναι αυτή που δεν την αρμενίσαμε ακόμα.

Το πιο όμορφο παιδί δε μεγάλωσε ακόμα.

Τις πιο όμορφες μέρες, τις πιο όμορφες μέρες μας, δεν τις ζήσαμε ακόμα.
Δεν τις ζήσαμε ακόμα.

Σάββατο 21 Μαρτίου 2015

Ο εμπορικός κόσμος του Αγίου Νικολάου κι η πόλη.



Ο εμπορικός κόσμος και η πόλη.
Πολλοί συμπολίτες μας, προβληματίζονται γιατί ο εμπορικός κόσμος στην πόλη μας, είναι έτοιμος να δώσει μια μάχη χαρακωμάτων. Μια μάχη που καθυστερεί ή και παρεμποδίζει την «φυσιολογική εξέλιξη» των πραγμάτων. Μια μάχη που αναπαράγει τη φόρμα «το παλιό που αντιστέκεται, ενάντια στη δυναμική του νέου, μεγαλύτερου, φθηνότερου και κοσμοπολίτικου που έρχεται» για να μας κάνει τη ζωή μας πιο άνετη και εντυπωσιακή.
Σαν έμπορος θα μπορούσα να απαντήσω με αναθέματα συναισθηματικής φύσης, που θα έκρυβαν έντεχνα τους φόβους μου. Βλέπεται ο μικροαστός που παλεύει μέσα μου, ενίοτε πιάνεται από τα γένια του για να σωθεί… Έτσι για να τη σπάσω στον μικροαστό μέσα μου, δεν θα σας ζητήσω ούτε να μας λυπηθείτε ούτε θα σας διαβεβαιώσω ότι θα σας λείψουμε. Άλλωστε η αμείλικτη πραγματικότητα θα με διέψευδε, καθώς «τα νεκροταφεία είναι γεμάτα από αναντικατάστατους». Η ζωή μας διδάσκει ότι μια επόμενη μέρα με λιγότερους μικρομεσαίους στη πιάτσα, θα είναι μια μέρα σαν όλες τις άλλες κι ο ήλιος θα ανατείλει από την ανατολή όπως πάντα.
Αυτό που θα προσπαθήσω αντίθετα να κάνω, είναι να μπω στη θέση του ξενοδοχοϋπάλληλου, του δημόσιου υπάλληλου, του παραγωγού αγρότη και κτηνοτρόφου, του ιδιοκτήτη καφετέριας κι εστιατορίου, του οικοδόμου, του διακοσμητή, του δικηγόρου του κάθε επαγγελματία. Θέλω να ψάξω από τη δικιά τους οπτική την έννοια του συμφέροντος. Διότι αν αποδειχτεί ότι για τους πολλούς είμαι ένας άχρηστος μεταπράτης, ας διαλυθώ εις τα εξ ων συνετέθην κι ας πάω να βρω μια πραγματική δουλειά να κάνω. Ας μην καθυστερώ χωρίς λόγο την «ανάπτυξη».
 Αρχίζοντας να μπαίνω στη θέση σας, διατυπώνω τα πρώτα ερωτήματα: Ο ελεύθερος ανταγωνισμός και η συσσώρευση κεφαλαίου μέσω πολυκαταστημάτων και υπεραγορών, δεν ρίχνει τις τιμές; Ας αναλογιστούμε μερικά πράγματα με βάση όχι τη θεωρεία αλλά την εμπειρία. Την δεκαετία του 80, όταν στην Ελληνική αγορά δεν υπήρχε τόσο μεγάλη διείσδυση των υπεραγορών, το καλάθι της νοικοκυράς γέμιζε ευκολότερα ή δυσκολότερα; Η αγοραστική δύναμη, δηλαδή, η σχέση εισοδήματος με τον δείκτη τιμών καταναλωτή, αναμφισβήτητα ήταν καλύτερη τότε. Να θυμίσω ταυτόχρονα, ότι τότε υπήρχε πολύ λιγότερη ανεργία και τα εισοδήματα των εργαζομένων ήταν πολύ μεγαλύτερα  σε σχέση με σήμερα. Ας αναλογιστούμε τι συλλογικές συμβάσεις απολάμβανε ο υπάλληλος μιας επιχείρησης τότε, και τι σήμερα. Σήμερα που οι περισσότερες εργασιακές σχέσεις έχουν γίνει ανώνυμες και που ο υπάλληλος δεν έχει συναντήσει ποτέ τον εργοδότη του. Σήμερα που τα μονοπώλια έχουν περάσει τη διάλυση της εργατικής νομοθεσίας, μέσω των πολιτικών τους συνεργατών σε Αθήνα και Βρυξέλλες. Τετράωρα, «μαθητεία»-«πρακτική», ανασφάλιστη εργασία, ημιαπασχόληση, απλήρωτη υπερωρία, ελαστικά ωράρια, ευελφάλεια κλπ , είναι πρακτικές που εισήχθησαν για να καταστρέψουν τις ζωές των εργαζομένων. Όσο πανηγυρίζαμε για την ένταξή μας στην ΟΝΕ (οικονομική και νομισματική ένωση) και λέγαμε με το «ευρώ καλύτερα» τόσο περισσότερο επικρατούσαν οι μονοπωλιακοί όμιλοι στην αγορά. Λίγα χρόνια αργότερα ο «ελεύθερος ανταγωνισμός» έφερνε μια αξιοπερίεργη στρέβλωση. Στη χώρα με τη μεγαλύτερη εισοδηματική κρίση, την Ελλάδα, οι τιμές στο ράφι είναι ακριβότερες σε σχέση με όλες τις άλλες χώρες του ευρώ  στις ίδιες αλυσίδες τροφίμων. Είπατε κάτι για τον «ελεύθερο ανταγωνισμό»;

Ναι, αλλά εγώ βρίσκω στο μικρομεσαίο Σ/Μ ή μπακάλικο το τυρί τάδε με 1 ευρώ, ενώ στη πολυεθνική 0,90ε. Που με συμφέρει να πηγαίνω; Αν είσαι επαγγελματίας της εστίασης, θα ήθελα να σου απαντήσω με ερώτηση. Τι σε συμφέρει περισσότερο. Να παίρνεις το τυρί του τοστ με 0,90ε  και να έχεις 10 γεμάτα καθίσματα στο μαγαζί σου, ή να το αγοράζεις με 1 ευρώ, αλλά να έχεις 20 γεμάτα καθίσματα. Στα δέκα παραπάνω καθίσματα θα κάθονται οι έμποροι της πόλης σου και οι υπάλληλοί τους καθώς και οι οικογένειές τους, που αν αύριο εξαφανιστούν και γίνουν μισθωτοί του τετράωρου, δεν θα μπορούν να έρχονται στο μαγαζί σου. Αν πάλι είσαι δημόσιος υπάλληλος, που νομίζεις ότι θα ψάξει το παιδί σου για δουλειά, ή τι μαγαζί θα μπορεί να ανοίξει; Αν είσαι γεωργός και κτηνοτρόφος, ποιος νομίζεις ότι θα σου απορροφήσει την παραγωγή; Το μικρό κρεοπωλείο και το μπακάλικο, ή οι υπεραγορές που αγοράζουν από τεράστιες παραγωγικές μονάδες μισοτιμής, όσο περίπου είναι το δικό σου κόστος παραγωγής; Κι εσύ οικοδόμε, υδραυλικέ, ντεκορατέρ κλπ…. Ποιος θα σου δώσει δουλειά για να τους φτιάξεις το μαγαζί και αργότερα το σπίτι;;; Ο κ. Χ με έδρα το Μόναχο ή ο κ. Ψ με έδρα την Εκάλη. Αλήθεια ακόμα σε ενδιαφέρει αν το τυρί το αγοράσεις 10λ φτηνότερο;;; Τέλος να υπογραμμίσω ότι, όταν στον αγώνα δρόμου των πολυεθνικών επικρατήσουν 3-4 αλυσίδες, τότε η συνεννόηση μεταξύ τους (τραστ) είναι αναπόφευκτη κι έτσι οι τιμές θα ισορροπήσουν στα ανώτατα όρια των αντοχών μας.

Σε μερικά είδη υπάρχει μεγάλη διαφορά τιμής. Έτσι δεν είναι; Πράγματι, όσο πουλάει η πολυεθνική τα 3 ζευγάρια κάλτσες τόσο αγοράζουμε από το μικρομάγαζο το ένα ζευγάρι… Αλλά δες την ταμπέλα. Δες την σύνθεση, δες την προέλευση, δες την εγγυημένη συναλλαγή. Μέτρα τα όλα αυτά για να δεις τι τελικά σε συμφέρει. Στο εμπόριο, όπως και στα πάντα, δεν είμαστε όλοι ίσοι. Άλλο να παραγγέλνεις 30 ζευγάρια κάλτσες και άλλο 30.000 ζευγάρια κάλτσες… Άλλες εκπτώσεις παίρνεις, άλλο χρόνο αποπληρωμής κλπ. Όμως… Σκέψου και αυτό. Οι Ελληνικές βιοτεχνίες ρούχων, οι τελευταίες λίγες κλωστοϋφαντουργίες, τα βαφεία, τα ραφεία, στηρίζονται σχεδόν αποκλειστικά από τους μικρούς και μεσαίους εμπόρους. Οι πολυεθνικές αγοράζουν μαζικά από χώρες του τρίτου κόσμου όπου τα ελάχιστα εργατικά επιτρέπουν υποπολλαπλάσιες τιμές. Άρα λοιπόν τα μικρομάγαζα, αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της (όποιας απέμεινε) Ελληνικής παραγωγής. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό και για την απασχόληση αλλά και για τον κύκλο εργασιών που προστίθενται στην Ελληνική οικονομία.

Στις μεγάλες επιχειρήσεις μου δίνουν πάντα απόδειξη, αλλά στα μικρομάγαζα ενίοτε ξεροβήχουν αδιάφορα. Καταρχήν είναι δικαίωμά σου και υποχρέωση να ζητάς από παντού απόδειξη κι αν δεν ζητάς βοηθάς στον αθέμιτο ανταγωνισμό μεταξύ των μικρομεσαίων και δίνεις στα λαμόγια την ευκαιρία να επικρατούν στην αγορά. Ασφαλώς βέβαια ξέρεις ότι οι Ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις πληρώνουν φόρους δυσανάλογους με το μέγεθός τους και αποδίδουν ΦΠΑ έχοντας εξοντωτικά πρόστιμα όταν δεν το πράττουν. Την ίδια στιγμή, πολυεθνική που δραστηριοποιείται στη πόλη μας, δηλώνει Ο.Ε, αλλάζει σύσταση κάθε εξάμηνο και δεν αποδίδει ΦΠΑ. Αν λοιπόν μιλάμε για τιμιότητα στην συναλλαγή, θυμήσου ότι ο μικρομεσαίος (κακώς) μπορεί να μην σου δώσει μια απόδειξη, έχοντας την αυταπάτη ότι έτσι θα σώσει το μαγαζί του. Οι πολυεθνικές όμως «νόμιμα» κλέβουν τεράστια ποσά από το Ελληνικό κράτος (δηλαδή από εσένα) για να αυγατίσουν τα κέρδη τους. Στην σωστή συναλλαγή μετράνε κι άλλα πράγματα… Πόσες φορές ζήτησες από τα πολυκαταστήματα έκπτωση στην αναγραφόμενη τιμή; Πόσες φορές ζήτησες από τα πολυκαταστήματα πίστωση;  Η μικρή και μεσαία επιχείρηση κάνει εκπτώσεις όχι μόνο στις επίσημες εκπτωτικές περιόδους, σε αντίθεση με τις προσφορές που οι πολυεθνικές κάνουν όποτε γουστάρουν για να ξεπουλήσουν ότι λήγει. Προσφορές που είναι συνήθως παραπλανητικές και αφορούν συνήθως ελάχιστα προϊόντα. Αν πας μισή ώρα μετά το άνοιγμα, σου λένε ότι έχουν εξαντληθεί. Στο μικρομάγαζο βρίσκεις (ιδίως στην ένδυση-υπόδηση) γενικές εκπτώσεις κοντά στο 50% για 3 μήνες το χρόνο και προσφορές σχεδόν άλλους 3 μήνες.

Η πολυεθνική που θα έρθει, θα δώσει δουλειές στο τόπο. Δεν είναι αλήθεια;  Με κάθε πολυκατάστημα που φτιάχνεται, κάποιες μικρότερες επιχειρήσεις κλείνουν συμπαρασύροντας εργοδότες κι εργαζόμενους. Ξέρουμε και στη πόλη μας (όπου τα πράγματα είναι καλύτερα από το μέσο όρο λόγο της εισροής τουριστικού συναλλάγματος) ότι κάποια μικρά μάρκετ, επιχειρήσεις ρουχισμού, υπόδησης, ψιλικών, ηλεκτρικών ειδών κλπ έχουν εξαφανιστεί. Συνοδό αποτέλεσμα το κλείσιμο επιχειρήσεων που είχαν να κάνουν με την οικοδομή. Κάποιοι κατεστραμμένοι συνάδελφοι στράφηκαν σε επιχειρήσεις τουριστικές ή υπηρεσιών. Κάποιοι άλλοι συνάδελφοι βγήκαν στη σύνταξη. Κάποιοι έκλεισαν και έγιναν μισθωτοί. Κάποιοι το παλεύουν ακόμα να ζήσουν τις οικογένειές τους όντας ανασφάλιστοι, με πολλές χιλιάδες χρέη στον ΟΑΕΕ και στις εφορίες και με κλειστή τη χρηματοδότηση από τις τράπεζες. Ότι χρήμα ακόμα κυκλοφορεί ακόμα από τις τράπεζες, δεσμεύεται από τις πολυεθνικές. Νέοι και μεσήλικες που βλέπουν το παιχνίδι παίρνουν τον δρόμο της ξενιτιάς. Η πόλη μαραζώνει. Ακόμα και οι μετανάστες την κάνουν με ελαφρά πηδηματάκια. Ποιες δουλειές αλήθεια έδωσε η μονοπώληση της αγοράς;

Θα επενδυθούν στη πόλη  κάποια χρήματα. Δεν θα ωφεληθούν από αυτό όλοι; Σίγουρα θα ωφεληθεί ο πωλητής του οικοπέδου, όσοι εργαστούν στη κατασκευή και κατά το διάστημα διάρκειας των έργων ανέγερσης και όσοι βρουν εργασία έστω με τα πετσοκομμένα εργασιακά και μισθοδοτικά δικαιώματα που προαναφέραμε. Επίσης κάποιοι (ελάχιστοι τοπικοί παραγωγοί) που θα μπορέσουν να πλασαριστούν στα ράφια της, με μηδενικά ποσοστά κέρδους. Όμως μην αυταπατόμαστε. Οι άνθρωποι των πολυεθνικών έχουν κάνει πρώτα το λογαριασμό τους. Δεν θα άνοιγαν εδώ επιχείρηση για τα όμορφά μας μάτια. Για κάθε ευρώ επένδυσης, τα γκόλντεν μπόις έχουν υπολογίσει υπερπολλαπλάσια διαφυγή κερδών από την αγορά του Αγίου Νικολάου. Η επιχείρηση λοιπόν αυτή θα απομυζά χρήμα. Με λίγα λόγια δεν θα μοιραζόμαστε σαν κοινωνία τον πλούτο της, αλλά αυτή θα κερδίζει από την φτώχεια μας. Θα αρπάξει μερίδιο της αγοράς, θα στείλει τα κέρδη της σε φορολογικούς παραδείσους, θα κλείσει τους αδύναμους κρίκους, θα στερήσει τη πόλη από ρευστότητα, θα αυξήσει την ανεργία και ως εκ τούτου θα ρίξει κι άλλο τα μεροκάματα. Στο ίδιο έργο θεατές.

Δηλαδή οι μικρομεσαίοι είναι όλοι εντάξει;  Όχι. Είτε για λόγους επιβίωσης, είτε για λόγους επικράτησης, οι μικρομεσαίοι πολλές φορές κάνουν αθέμιτο ανταγωνισμό και ακολουθούν κακές εμπορικές πρακτικές (υπερβολικά ποσοστά κέρδους, εκμετάλλευση του προσωπικού τους, διακίνηση προϊόντων «μαϊμού», δωροδοκία ξεναγών, αγένεια στο πελάτη, ελλιπές after sale service κλπ). Αυτούς τους εμπόρους (εφόσον οι ελεγκτικοί μηχανισμοί έχουν διαλύσει) τους τιμωρεί η ίδια η αγορά. Όμως κι ο Εμπορικός Σύλλογος πρέπει να πάρει μέτρα, γιατί είναι αυτοί που κάνουν τους καταναλωτές να εύχονται να έρθουν εδώ τα πολυκαταστήματα και να σαρώσουν επί δικαίων και αδίκων. Αλλά δεν είναι τα πολυκαταστήματα οι αναμάρτητοι. Πόσες φορές δεν έχετε βρει ληγμένα και αλλοιωμένα τρόφιμα στα ράφια τους; Πόσες φορές δεν μετανιώσατε για την ποιότητα των προϊόντων τους; Πόσες φορές δεν εξαπατηθήκατε με τις προσφορές τους που λήγουν πριν προλάβετε να πάτε στα ράφια τους; Πόσες φορές η τιμή στο ράφι, ήταν διαφορετική από τη τιμή στο ταμείο; Και ας μην ξεχνάμε… αυτοί δουλεύουν πιο παρασκηνιακά για τα συμφέροντά τους. Έχουν μαζί τους «αήττητα» δικηγορικά γραφεία, πολιτικές δοσοληψίες για νόμους στα μέτρα τους, τοπικούς παράγοντες και πολιτευτές έτοιμους να αποδεχτούν κάθε δωράκι  για να παρακάμψουν όποια κωλύματα στις άδειες λειτουργίας τους.

Και γιατί ευαισθητοποιήστε τώρα; Δεν άνοιξαν άλλα πολυκαταστήματα στη πόλη; Αυτό είναι αλήθεια, όπως αλήθεια είναι ότι πάντα υπήρχαν αντιδράσεις από τους εμπόρους, και ενίοτε από κάποιες δημοτικές αρχές. Όμως πάντα προσκρούαμε στη νομοθεσία και τη κεντρική πολιτική βούληση. Το ποτήρι πάντως ξεχείλισε με τα δύο εμπορικά μεγαθήρια που έρχονται εντός των τειχών, σε συνδυασμό με τη κρίση στους μικρομεσαίους που είναι σήμερα μεγαλύτερη από ποτέ. Προσθέστε τα μνημόνια και την φοροεπιδρομή, για να βρείτε γιατί οι αντιδράσεις οξύνονται. Ακόμα κι από συναδέλφους που είχαν αυταπάτες περί «ελεύθερου ανταγωνισμού».  Πάρα πολλοί βρισκόμαστε στο όριο. Ένα παραπάνω χτύπημα στους τζίρους μας, θα εξαλείψει την δυνατότητά μας να ζήσουμε τις οικογένειές μας. Οι ζημιές λοιπόν από τα πολυκαταστήματα είναι πια σωρευτικές. Πιο κάτω υπάρχει μόνο η έξοδος...
Επίλογος (;) Χωρίς κλαψούρες αλλά με ρεαλισμό, νομίζω ότι έδειξα επαρκώς ότι η επιβίωση του μικρού και μεσαίου επαγγελματία, είναι προς το συμφέρον της ίδιας της πόλης. Κάνοντας αυτοκριτική στο σινάφι μου, δεν απεμπόλησα τις επιχειρηματικές και πολιτικές μας ευθύνες, την έλλειψη συλλογικής δράσης και ανοιχτού βλέμματος. Είμαι όμως περήφανος που έστω και την τελευταία στιγμή, ένα μεγάλο κομμάτι του εμπορικού κόσμου συσπειρώθηκε για να δώσει μετά από χρόνια μια μάχη. Μάχη ταυτόχρονα πολιτική και επιβίωσης. Μάχη για να κερδίσουμε μια πολυεθνική. Κι ας μην στοιχηματίσουν κάποιοι στη καπιταλιστική νομοτέλεια γιατί αυτή αλλάζει όταν οι μάζες κινητοποιούνται...

Υ.Γ. θέλω να ενημερώσω τους συνδημότες μας για τούτο. Την παραμονή των Χριστουγέννων, στις 24 Δεκεμβρίου του 2014 η κυβέρνηση Σαμαρά που όλοι αγαπήσαμε, δημοσιεύει στο φύλλο της Κυβέρνησης, ότι όσα καταστήματα είναι κάτω των 1500 τ.μ. , δεν λογίζονται ως υπεραγορές και πολυκαταστήματα και άρα επιτρέπεται να χτίζονται εντός των πόλεων χωρίς πληθυσμιακό όριο.  Αμέσως μετά, γνωστή επιχείρηση εμπορίας και εστίασης έκλεισε τα συμβόλαια, έστειλε εξώδικα στους ενοίκους επιχειρήσεων, καπάρωσε τα οικόπεδα και ζήτησε άδειες για κτίριο 1499,88 τ.μ. στη περιοχή του Σταυρού. Λες κι ήταν όλα προκαθορισμένα από καιρό. Ευχαριστούμε την κυβέρνηση Σαμαρά που έστω και στο κύκνειο άσμα της, ασχολήθηκε με τον Άγιο Νικόλαο, και φωτογράφησε με τόση λεπτομέρεια το οικοδομικό τετράγωνο 335. Τελειώνοντας, θέλω να στείλω ένα μήνυμα στη νέα κυβέρνηση: Πες μου τους φίλους σου, να σου πω ποια είσαι… .

Σάββατο 7 Φεβρουαρίου 2015

Το χρέος.... ποιός το δημιουργεί και ποιός το πληρώνει;;;

ΚΡΑΤΙΚΟ ΧΡΕΟΣ
Το γεννά το κεφάλαιο, το πληρώνει ο λαός
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
«Μια ευνοϊκή συμφωνία της Ελλάδας με τους διεθνείς δανειστές της για το δημόσιο χρέος (...) θα αφαιρούσε κάθε είδος σκεπτικισμού απέναντι στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, θα αναβάθμιζε τη θέση της χώρας έναντι των διεθνών αγορών κεφαλαίου και θα καθιστούσε την ελληνική οικονομία ελκυστική στους επενδυτές».

Το παραπάνω απόσπασμα περιέχεται στη «συγχαρητήρια επιστολή» του Συνδέσμου Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ) προς τον πρωθυπουργό Αλ. Τσίπρα, με την οποία οι βιομήχανοι έθεσαν τους στρατηγικούς άξονες της αντιλαϊκής πολιτικής για τη μετάβαση στην «επόμενη μέρα».
Η υπόθεση του κρατικού χρέους, τόσο ως προς το σκέλος της δημιουργίας και διόγκωσής του όσο και γι' αυτό των αποπληρωμών και των κάθε είδους πολιτικών διαχείρισής του, συνδέεται με μια σειρά από ζητήματα.
Να σημειώσουμε, καταρχήν, πως ο όρος «δημόσιο χρέος», που κατά κόρον χρησιμοποιείται από τα αστικά επιτελεία -όπως ο ΣΕΒ στην επιστολή του- και διαφόρους «δημοσιολόγους», παραπέμπει σε λάθος ερμηνείες, ότι δηλαδή το («δημόσιο») χρέος είναι κοινή υπόθεση και υποχρέωση όλων, ανεξάρτητα από την ταξική θέση, από τις διαφορετικές και εκ διαμέτρου αντίθετες ανάγκες του λαού με αυτές των μονοπωλίων, αποκομμένο από τον πυρήνα του ζητήματος και τους όρους κάτω από τους οποίους αυτό διαμορφώνεται και πολλαπλασιάζεται. Αλλωστε, τις αιτίες δημιουργίας και διόγκωσης του κρατικού χρέους η αστική προπαγάνδα τις συγκαλύπτει (ότι δηλαδή δημιουργείται για τις ανάγκες του κεφαλαίου και του κράτους του), προβάλλοντας ότι μέσω αυτού καλύφτηκαν ανάγκες της κοινωνίας γενικά, άρα λαϊκές ανάγκες, που είναι ένα τεράστιο ψέμα. Και οικοδομούν πάνω σ' αυτή την προπαγάνδα την πολιτική των δραστικών περικοπών κάλυψης λαϊκών αναγκών από τον κρατικό προϋπολογισμό αλλά και την πληρωμή του χρέους από το λαό, βασικά μέσω της φοροληστείας του.
Πώς δημιουργείται

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Το κρατικό χρέος συνδέεται αναπόσπαστα με τη φάση του οικονομικού κύκλου της αναπαραγωγής του κεφαλαίου, τους ρυθμούς της καπιταλιστικής ανάπτυξης ή πτώσης της οικονομικής δραστηριότητας, αποτελεί σημαντικό εργαλείο διαχείρισης αυτής ακριβώς της ανάγκης, δηλαδή της ανάγκης των επενδύσεων για τη διευρυμένη καπιταλιστική αναπαραγωγή κεφαλαίου και κερδών. Συνδέεται, επίσης, με την επιλογή κάθε φορά του μείγματος της πολιτικής για τη στήριξη και ενίσχυση των μονοπωλίων του κάθε κράτους.

Με το κρατικό χρέος, καλύπτονται τα παραγόμενα ελλείμματα των κρατικών προϋπολογισμών, μέσω των οποίων στηρίζεται η καπιταλιστική ανάπτυξη. Το κρατικό χρέος αποτελεί προϋπόθεση για την ανάπτυξη των υποδομών που έχει ανάγκη το κεφάλαιο, όπως μεγάλα έργα, κόμβοι μεταφοράς κ.ά., τα οποία κατασκευάζονται και στη συνέχεια αξιοποιούνται από τους επιχειρηματικούς ομίλους. Με το κρατικό χρέος καλύπτονται ανάγκες χρηματοδότησης της κάθε καπιταλιστικής οικονομίας, στην περίπτωση ελλειμμάτων στις εμπορικές και άλλες δοσοληψίες με άλλα κράτη και αγορές, επιδοτήσεις επιχειρηματικών ομίλων για δικές τους επενδύσεις. Αλλωστε, χωρίς κρατικό χρήμα δε γίνονται καπιταλιστικές επενδύσεις, σ' αυτό άλλωστε αποσκοπούν και οι λεγόμενοι αναπτυξιακοί νόμοι.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι τα κρατικά χρέη απογειώθηκαν μαζί με τους ρυθμούς της καπιταλιστικής ανάπτυξης, άλλωστε ήταν προϋπόθεση για αυτήν. Για παράδειγμα, ένας παράγοντας διόγκωσης των κρατικών ελλειμμάτων και χρεών στην Ελλάδα ήταν τα έργα των Ολυμπιακών Αγώνων. Αλλά απ' αυτά έβγαλαν τεράστια κέρδη διάφοροι μονοπωλιακοί όμιλοι.

 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
 
Εξίσου χαρακτηριστικό, επίσης, είναι και το γεγονός ότι το χρέος αρκετών κρατών απογειώθηκε και στη φάση της πρόσφατης οξυμένης καπιταλιστικής κρίσης, όπως για διασώσεις τραπεζικών ομίλων, χρηματοδότηση άλλων μονοπωλιακών ομίλων στην παραγωγή, για την αποσόβηση των γενικότερων κλυδωνισμών στις καπιταλιστικές οικονομίες και στα μονοπώλια του κάθε χώρου, για να βοηθήσουν δηλαδή το κεφάλαιο να μην έχει απώλειες και να ενισχυθεί, από την καταστροφική δράση της οικονομικής κρίσης.

Οξυμένη διαπάλη
Γύρω από τέτοια ζητήματα εκδηλώνεται σήμερα οξυμένη η ενδοαστική διαπάλη για το μείγμα πολιτικής διαχείρισης ελλειμμάτων και χρεών. Που, στην προκειμένη περίπτωση, της Ελλάδας, επειδή αυτά συνδέονται με την ένταξή της στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη, απ' όπου και το μεγαλύτερο μέρος του δανεισμού, σε συνδυασμό όμως και με το δανεισμό από το ΔΝΤ, και με δεδομένο επίσης ότι αυτή η υπόθεση συνδέεται άμεσα με την έξοδο από την κρίση σε όφελος του κεφαλαίου, υπάρχουν κόντρες σχετικά με τον επιμερισμό της χασούρας ανάμεσα στα κράτη και στα μονοπώλιά τους. Το ζήτημα συνδέεται με την αναγκαιότητα ύπαρξης κρατικού χρήματος για επενδύσεις από τα μονοπώλια. Οσο μεγαλύτερο το χρέος τόσο η αποπληρωμή του δυσκολεύει το κράτος να διοχετεύσει χρήμα στα μονοπώλια. Ετσι, η ανάκαμψη δεν έρχεται αφού δε γίνονται επενδύσεις. Εδώ οξύνονται οι ανταγωνισμοί, αφού συγκεκριμένα στην Ευρωζώνη και στην ΕΕ κάθε κράτος - μέλος θέλει χρήμα για τα δικά του μονοπώλια, θέλει η ΕΚΤ να συμβάλλει στην ανάκαμψη της δικής του καπιταλιστικής οικονομίας με δεδομένη τη στασιμότητα σε όλες, άρα υπάρχουν ανταγωνισμοί, γι' αυτό και πιέζεται η αστική τάξη και η κυβέρνηση της Ελλάδας λόγω ανισομετρίας και τεράστιων χρεών. Για παράδειγμα, Γαλλία, Ιταλία, ως η δεύτερη και η τρίτη σε μέγεθος οικονομία της Ευρωζώνης, μπορεί να προπαγανδίζουν ότι δε θέλουν πολιτική λιτότητας αλλά χαλάρωσης και φραστικά στηρίζουν την κυβέρνηση στην ίδια ρότα, αλλά, σε σχέση με τη χρηματοδότηση της ανάπτυξης, θέλουν τα μέγιστα από την ΕΚΤ και την εφαρμογή πολιτικής χαλάρωσης για τις δικές τους οικονομίες, ενώ επιμένουν να τηρήσει η Ελλάδα τις δεσμεύσεις της ως προς το έλλειμμα και το χρέος που τη δυσκολεύει να εφαρμόσει πολιτική χαλάρωσης.

 














Σήμερα, μέσα στην Ευρωζώνη (δηλαδή στον ίδιο νομισματικό χώρο) εκδηλώνονται έντονες αποκλίσεις, οι οποίες βρίσκουν την αντανάκλασή τους και στα κρατικά χρέη. Για παράδειγμα, η Γερμανία έχει δυνατότητα δανεισμού με αμελητέα επιτόκια. Πρόσφατα μάλιστα σε βραχυπρόθεσμες εκδόσεις της Γερμανίας έφτασαν να διαμορφωθούν ακόμη και σε αρνητικό επίπεδο, καθώς οι «επενδυτές» προτίμησαν να χάσουν από το αρχικό κεφάλαια, αντί να «ρισκάρουν» σε υψηλότερες αποδόσεις, με τον κίνδυνο πολύ μεγαλύτερης χασούρας. Αντίθετα, για το ελληνικό αστικό κράτος, το κόστος «εξόδου στις αγορές», δηλαδή σε δανεισμό από τράπεζες, σε αυτήν τη φάση, είναι απολύτως απαγορευτικό. Και, βέβαια, οι διαφορές και οι αποκλίσεις στους κόλπους της Ευρωζώνης δεν έχουν να κάνουν με τις εθνικότητες και τους λαούς. Αντίθετα, η δυνατότητα και «αξιοπιστία» κάθε κράτους στις χρηματαγορές είναι αναπόσπαστα δεμένη με τους όρους χρηματοδότησης των μονοπωλίων και των μερίδων του κεφαλαίου του ζωτικού χώρους τους. Ετσι, όταν ο ΣΕΒ μιλάει για «αναβάθμιση της χώρας», εννοεί την ανάκτηση των χαμένων πόντων της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού κεφαλαίου. Αλλωστε, ανεξάρτητα από την ενδοαστική διαπάλη και τους οξυμένους ανταγωνισμούς, η επίθεση απέναντι στους λαούς της ΕΕ εκδηλώνεται με βάση τις συμπλεύσεις στο ενιαίο στρατηγικό σχεδιασμό του κεφαλαίου, για τη διαρκή ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας.

Τα χρέη στην Ευρωζώνη
Στο 92,1% του ΑΕΠ διαμορφώνεται η μάζα των κρατικών χρεών σε επίπεδο Ευρωζώνης, ενώ καταγράφονται τεράστιες αποκλίσεις σε σχέση με τους στόχους που έθετε η Συνθήκη του Μάαστριχτ για τη διαμόρφωση του κρατικού χρέους μέχρι το 60% του ΑΕΠ.
Αναλυτικά, σύμφωνα με τα στοιχεία της Γιούροστατ, που αφορούν στο Γ' τρίμηνο του 2014:
-- Στα κράτη της Ευρωζώνης το χρέος φτάνει στα 9,23 τρισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 92,1% του ΑΕΠ. Στο σύνολο της ΕΕ διαμορφώνεται στα 11,98 τρισ. ευρώ ή στο 86,6% του ΑΕΠ. Οπως προκύπτει, το μερίδιο της Ευρωζώνης φτάνει στο 77,04% του συνολικού χρέους στην ΕΕ.
-- Σε ό,τι αφορά τη σχέση του κρατικού χρέους ως προς το ΑΕΠ, τα μεγαλύτερα ποσοστά έχουν ως εξής: Ελλάδα 176%, Ιταλία 131,8%, Πορτογαλία 131,4%, Ιρλανδία 114,8%, Βέλγιο 108,2%, Κύπρος 104,7%. Στη Γερμανία εμφανίζεται στο 74,8% και στη Γαλλία στο 95,3%.
-- Σε απόλυτα μεγέθη την «πρωτιά» κατέχει η Γερμανία με 2,15 τρισ. ευρώ. Στα 2,13 τρισ. καταγράφεται το κρατικό χρέος στην Ιταλία και στα 2 τρισ. στη Γαλλία. Η τριάδα Γερμανία - Γαλλία - Ιταλία χρωστάει περίπου 6,3 τρισ. ευρώ ή το 68,3% του συνολικού χρέους των κρατών της Ευρωζώνης.
-- Το κρατικό χρέος της Ελλάδας διαμορφώνεται στα 315,5 δισ. ευρώ και αντιστοιχεί στο 3,4% του συνολικού χρέους της Ευρωζώνης.
Χέρι - χέρι με την ανάπτυξη του κεφαλαίου
Εκφρασμένο σε ευρώ (σε δραχμές τότε) το ελληνικό κρατικό χρέος για το έτος 1997 διαμορφωνόταν στα 114,5 δισ. Μετά από μια δεκαετία, στο 2007 απογειώθηκε στα 236 δισ. ευρώ (υπερδιπλασιασμός). Σήμερα, μετά και το «κούρεμα» του 2012, με το οποίο κατέστρεψαν τα ασφαλιστικά ταμεία, διαμορφώνεται κοντά στα 320 δισ. ευρώ, από 130 δισ. στο τέλος Δεκέμβρη του 2000. Τα παραπάνω αποτελούν ορισμένα ενδεικτικά σημεία για την απογείωση του κρατικού χρέους, παράλληλα και σε συνδυασμό με τις ανάγκες χρηματοδότησης των αναγκών του ελληνικού κεφαλαίου και του αστικού κράτους στη φάση των εντατικών ρυθμών της καπιταλιστικής ανάπτυξης στην Ελλάδα.
Τα παραπάνω συνέβησαν με φόντο το μπαράζ με τις καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις στο πλαίσιο της σύγκλισης με την ΟΝΕ και στη συνέχεια με την ένταξη στην Ευρωζώνη. Με το κρατικό χρέος αναπληρώθηκαν οι τεράστιες απώλειες από τις αλλεπάλληλες μειώσεις στη φορολογία των επιχειρηματικών κερδών, οι κρατικές επιδοτήσεις προς τους επιχειρηματίες μέσω των διαφόρων αναπτυξιακών νόμων, οι συμμετοχές του αστικού κράτους στις πολεμικές δαπάνες και εξοπλισμούς, ειδικές ανάγκες (Ολυμπιακά έργα κ.ά). Στην ίδια περίοδο και εν μέσω των αστρονομικών κερδών που αποκόμιζαν οι ελληνικοί επιχειρηματικοί όμιλοι και τα μονοπώλια, των εξαγωγών κεφαλαίου στην ευρύτερη ζωτική περιοχή, τα εμπορικά ελλείμματα της χώρας διευρύνθηκαν σε νέα ύψη.
Διαχείριση για το κεφάλαιο - όλεθρος για το λαό
Στην αποπληρωμή του ελληνικού κρατικού χρέους με «ρήτρα ανάπτυξης» της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας, παράλληλα με τη μεταφορά ενός σημαντικού μέρους του στο απώτατο μέλλον, συνοψίζεται η πρόταση της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, προκειμένου αυτό να γίνει «βιώσιμο» και εξυπηρετήσιμο, χωρίς δηλαδή να προκαλεί αβεβαιότητα και ανησυχίες στους «επενδυτές».
Η αντιπαράθεση γύρω από τους τρόπους διευθέτησης του κρατικού χρέους αποτελεί πτυχή των γενικότερων ανταγωνισμών που εκδηλώνονται τόσο μέσα στους κόλπους της ΕΕ όσο και ευρύτερα, με την πλευρά και του ΔΝΤ, συνδέεται με τη μεταξύ τους διαπάλη γύρω από τον επιμερισμό της χασούρας ανάμεσα στα κράτη και τις τράπεζες από την αναδιάρθρωση, δηλαδή τη μείωσή του. Οι διαβουλεύσεις, οι κόντρες και οι παρεμβάσεις εκ μέρους της ελληνικής αστικής τάξης και των εκπροσώπων της στην πραγματικότητα αφορούν στην αποδέσμευση κεφαλαίων που σήμερα πηγαίνουν στην εξυπηρέτηση του χρέους, προκειμένου στη συνέχεια να κατευθυνθούν στην ενίσχυση των επιχειρηματικών ομίλων, σε κλάδους και τομείς της οικονομίας και της παραγωγής για επενδύσεις ώστε να έρθει η ανάκαμψη της καπιταλιστικής οικονομίας.
Σε κάθε περίπτωση, το προτεινόμενο αντιλαϊκό μείγμα δίνει «ανάσες» στους επιχειρηματικούς ομίλους, καθώς για τα προσεχή χρόνια (χωρίς «κούρεμα») δίνονται δυνατότητες ανακατανομής κρατικών εσόδων από την αποπληρωμή του χρέους στο Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.
Σήμερα, μετά την αναδιάρθρωση και το κούρεμα του 2012, το κρατικό χρέος, στ συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος από τη μάζα του, αποτελεί απαίτηση των ιμπεριαλιστικών Οργανισμών (ΕΕ - ΔΝΤ), καθώς και των διακρατικών δανείων που διαχειρίζονται οι κυβερνήσεις της ΕΕ.
Και, βέβαια, η όποια αναδιάρθρωση του κρατικού χρέους, ανεξάρτητα από «τεχνικές διαχείρισης», αποτελεί τον ένα από τους πυλώνες στήριξης του κεφαλαίου. Η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου απαιτεί συνδυασμό αντιλαϊκών μέτρων, φτηνότερη και περισσότερο ευέλικτη εργατική δύναμη.