Η πιο όμορφη θάλασσα είναι αυτή που δεν την αρμενίσαμε ακόμα.

Το πιο όμορφο παιδί δε μεγάλωσε ακόμα.

Τις πιο όμορφες μέρες, τις πιο όμορφες μέρες μας, δεν τις ζήσαμε ακόμα.
Δεν τις ζήσαμε ακόμα.

Πέμπτη 4 Οκτωβρίου 2012

Ποίηση στα χρόνια της χολέρας....



Αυτό το αστέρι είναι για όλους μας

Νύχτωνε γρήγορα.
Ο αγέρας ερχόταν από μακριά μυρίζοντας βροχή και πόλεμο.
Τα τραίνα γεμάτα φαντάρους περνούσαν βιαστικά
Μόλις προφταίναμε πίσω απ΄τα τζάμια να τους δούμε.
Μεγάλα σιδερένια κράνη κλείναν τον ορίζοντα.
Γυάλιζε η άσφαλτος βρεγμένη. Πίσω απ΄ τα παράθυρα καθαρίζοντας λίγα ξερά κουκιά σώπαιναν οι γυναίκες.
Και το βήμα της περίπολος
έπαιρνε τη σιωπή απ ΄το δρόμο κι απ΄ τον κόσμο τη ζεστασιά.

Γύρισε λοιπόν τα μάτια σου να κοιτάξω τον ουρανό
Δος μου τα χέρια σου να κρατήσω τη ζωή μου.
Πόσο χλωμή είσαι, αγαπημένη μου!
Σα να χτυπούσε η πόρτα μας τη νύχτα. Η μητέρα σου σέρνοντας τα χοντρά της τσόκαρα πήγαινε ν΄ ανοίξει.
Κανείς. Κανείς, ξανάλεγε. Ο αγέρας θαναι.
Εμείς σφιγγόμαστε ο ένας πλάι στον άλλο. Γιατί ξέραμε
Το ξέραμε, αγαπημένη μου, πως δεν ήταν ο άνεμος.

Χιλιάδες άνθρωποι πεθαίναν έξω απ΄ την πόρτα μας.
…..
Κλείναμε πίσω μας τη πόρτα μας και κρυώναμε
Κλείναμε τα παράθυρα και κρυώναμε πιο πολύ
Και καθώς γύριζα να δω τα μάτια σου
Έβλεπα τα μάτια της γειτόνισσας που της σκότωσαν τέσσερα παιδιά
Και καθώς άπλωνα να βρω το χέρι σου
Ήταν σα νακλεβα το ψωμί απ΄ τα χέρια των πεινασμένων.
Μ΄αγκάλιαζες
Μα εγώ πάνω απ΄ τον ώμο σου κοίταζα τον δρόμο.
Κι όταν θέλαμε να μιλήσουμε σωπαίναμε ξαφνικά.
Αφουγκραζόμαστε από τ΄ ανοιχτό παράθυρό μακριά το βήμα των μελλοθανάτων.
Πώς να ζεστάνει πια η κουβέρτα μας τόση παγωνιά
Πώς να μας προστατέψει η πόρτα μας απ΄ όλη αυτή τη νύχτα
Ανάμεσα μας ρίχναν οι άνθρωποι το μεγάλον ίσκιο τους.
Έπρεπε να χωριστούμε, μαρία,
Να χωριστούμε για να μην ξαναχωρίζουν πια οι άνθρωποι.
….
Ναι, αγαπημένη μου,
Εμείς γι αυτά τα λίγα κι απλά πράγματα πολεμάμε
Για να μπορούμε νάχουμε μια πόρτα, εν΄ άστρο, ένα σκαμνί
Ένα χαρούμενο δρόμο το πρωί
Ένα ήρεμο όνειρο το βράδυ.
Για ναχουμε έναν έρωτα που να μη μας τον λερώσουν
Ένα τραγούδι που να μπορούμε να το τραγουδάμε.
Αυτοί όμως σπάνε τις πόρτες μας
Πατάνε πάνω στον έρωτα μας.
Πριν πούμε το τραγούδι μας
Μας σκοτώνουν.
….
Μπορεί κιόλας να σκοτωθούμε, αγάπη μου. Μα ποιος το λογαριάζει.
Χιλιάδες άνθρωποι πεθαίνουν κάθε μέρα
Δίχως όνομα
Χιλιάδες γυναίκες ξύπνησαν ξαφνικά το πρωί
Και βρέθηκαν για πάντοτε μονάχες.
Τα παιδιά δεν έχουν ούτε χάδι, ούτε ψωμί. Αντίο.
Κι όταν πεθάνουμε, αγαπημένη μου, εμείς δε θα πεθάνουμε.
Αφού οι άνθρωποι θα κοιτάζουν το ίδιο αστέρι που κοιτάξαμε
Αφού θα τραγουδάνε το τραγούδι που αγαπήσαμε
Αφού θ΄ ανασαίνουν σ΄ έναν κόσμο, που εγώ κ΄ εσύ τον ονειρευτήκαμε
ε, τότε, αγαπημένη, θάμαστε πιο ζωντανοί από κάθε άλλη φορά.

Αφού σε κάθε στιγμή οι άνθρωποι θα μας βρίσκουν
Στο ήρεμο ψωμί,
Στα δίκαια χέρια,
Στην αιώνια ελπίδα,
πως θα μπορούσαμε, αγαπημένη μου,
ναχουμε πεθάνει….

Τάσος Λειβαδίτης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου