Τον ακούτε;
Περπατάει ανάμεσά μας.
Δεν είναι εύκολο,
είναι αθόρυβος,
τόσο πολύ.
Έχει το άγγιγμα της ιστορίας -
φέρεται να χαμογελάει.
Κανείς δεν ξέρει στ’ αλήθεια να πει,
πόσο γενναίος
και πόσο ανώνυμος υπήρξε.
Πώς να μετρήσεις έναν άνθρωπο;
Με λόγια ή με αριθμούς;
Με αγάπη, φίλους, συγγενείς;
Με έργα;
Ή με λυγμούς;
Είχε το άγγιγμα της ιστορίας
κι άσπρα μαλλιά,
ο κύριος Δημήτρης.
Κι αλήθεια τα κατάφερε,
να γράψει το σημείωμα,
να πει όλη την αλήθεια -
ίσως να ήταν νηστικός και να ‘γραφε -
τα ρούχα να διπλώσει,
να συγυρίσει λίγο,
να ντυθεί,
ν’ ανοίξει την πόρτα του σπιτιού και να κλειδώσει -
μια και καλή.
Μα τι να κοίταξε πριν φύγει; κάποια φωτογραφία ίσως -
να πήγε ως την εξώπορτα,
να βγήκε στον δρόμο,
τα χέρια του στις τσέπες – το αισθάνομαι
- να ‘φτασε στον σταθμό.
Να.
Το ρολόι απέναντι λέει την ώρα.
Στο στόμα του η γεύση του καφέ, ίσως κι ενός τσιγάρου.
«Η κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου…»
Τι ωραίο χι κύριε Δημήτρη
και τι ωραίο λάμδα…
μήπως να έσβηνε την υπογράμμιση;
«που επί 35 χρόνια εγώ μόνον(χωρίς ενίσχυση κράτους) πλήρωνα γι’ αυτή».
Και τι ωραίο νι στο «μόνο», επίσημο
προστακτικό, αδιάψευστο.
Σαν σφαίρα.
Α, το πιστόλι.
Κανένας μην το δει.
Ίσως τρομάξει, ιδίως τα παιδιά.
Η Έμμυ μου…
αντίο αγάπη μου,
θυμάσαι που τραγουδάγαμε μαζί
το ’75 Θοδωράκη;
Για τους δικούς μας τους νεκρούς.
Μα ποιος σφυράει;
Ήρθε το τρένο.
Τι ώρα είναι; Οχτώ και είκοσι.
Δεν έχει σημασία η ώρα.
Μόνον
να είναι πρωί,
όμορφο ανοιξιάτικο πρωινό,
παράταιρο απ’ την θανατερή σου πράξη (χωρίς ενίσχυση κράτους).
Τον βλέπετε;
Μπήκε στο μετρό.
Χαμογελάει στα παιδιά.
Έχει το άγγιγμα της ιστορίας.
Κι άσπρα μαλλιά.
Ετών εβδομήντα εφτά.
Κύριε Δημήτρη, αντίο.
Πήγε εννιά παρά.
Για τον κ. Δημήτρη Χριστούλα που αυτοκτόνησε με σφάιρα στον κρόταφο το πρωινό της τετάρτης Απριλίου 2012, στα 77 του χρόνια, καθώς, όπως ο ίδιος έγραψε στο ιδιόχειρο σημείωμα που άφησε, “η κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου εκμηδένισε κυριολεκτικά την δυνατότητα επιβίωσής” του.
Δεν είναι εύκολο,
είναι αθόρυβος,
τόσο πολύ.
Έχει το άγγιγμα της ιστορίας -
φέρεται να χαμογελάει.
Κανείς δεν ξέρει στ’ αλήθεια να πει,
πόσο γενναίος
και πόσο ανώνυμος υπήρξε.
Πώς να μετρήσεις έναν άνθρωπο;
Με λόγια ή με αριθμούς;
Με αγάπη, φίλους, συγγενείς;
Με έργα;
Ή με λυγμούς;
Είχε το άγγιγμα της ιστορίας
κι άσπρα μαλλιά,
ο κύριος Δημήτρης.
Κι αλήθεια τα κατάφερε,
να γράψει το σημείωμα,
να πει όλη την αλήθεια -
ίσως να ήταν νηστικός και να ‘γραφε -
τα ρούχα να διπλώσει,
να συγυρίσει λίγο,
να ντυθεί,
ν’ ανοίξει την πόρτα του σπιτιού και να κλειδώσει -
μια και καλή.
Μα τι να κοίταξε πριν φύγει; κάποια φωτογραφία ίσως -
να πήγε ως την εξώπορτα,
να βγήκε στον δρόμο,
τα χέρια του στις τσέπες – το αισθάνομαι
- να ‘φτασε στον σταθμό.
Να.
Το ρολόι απέναντι λέει την ώρα.
Στο στόμα του η γεύση του καφέ, ίσως κι ενός τσιγάρου.
«Η κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου…»
Τι ωραίο χι κύριε Δημήτρη
και τι ωραίο λάμδα…
μήπως να έσβηνε την υπογράμμιση;
«που επί 35 χρόνια εγώ μόνον(χωρίς ενίσχυση κράτους) πλήρωνα γι’ αυτή».
Και τι ωραίο νι στο «μόνο», επίσημο
προστακτικό, αδιάψευστο.
Σαν σφαίρα.
Α, το πιστόλι.
Κανένας μην το δει.
Ίσως τρομάξει, ιδίως τα παιδιά.
Η Έμμυ μου…
αντίο αγάπη μου,
θυμάσαι που τραγουδάγαμε μαζί
το ’75 Θοδωράκη;
Για τους δικούς μας τους νεκρούς.
Μα ποιος σφυράει;
Ήρθε το τρένο.
Τι ώρα είναι; Οχτώ και είκοσι.
Δεν έχει σημασία η ώρα.
Μόνον
να είναι πρωί,
όμορφο ανοιξιάτικο πρωινό,
παράταιρο απ’ την θανατερή σου πράξη (χωρίς ενίσχυση κράτους).
Τον βλέπετε;
Μπήκε στο μετρό.
Χαμογελάει στα παιδιά.
Έχει το άγγιγμα της ιστορίας.
Κι άσπρα μαλλιά.
Ετών εβδομήντα εφτά.
Κύριε Δημήτρη, αντίο.
Πήγε εννιά παρά.
Για τον κ. Δημήτρη Χριστούλα που αυτοκτόνησε με σφάιρα στον κρόταφο το πρωινό της τετάρτης Απριλίου 2012, στα 77 του χρόνια, καθώς, όπως ο ίδιος έγραψε στο ιδιόχειρο σημείωμα που άφησε, “η κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου εκμηδένισε κυριολεκτικά την δυνατότητα επιβίωσής” του.
6 Απριλίου, ημέρα μνήμης της επίθεσης των Γερμανών εναντίον της Ελλάδας
Σταμάτης Καλογερόπουλος